Η μείωση των ποσοστών γονιμότητας πρόκειται να προκαλέσει μια μετασχηματιστική δημογραφική αλλαγή τα επόμενα 25 χρόνια, με σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία, δείχνει νέα μελέτη. Σε όλο τον κόσμο, οι οικογένειες συρρικνώνονται. Ένα παιδί που γεννήθηκε ή θα γεννηθεί το 2024 ενδεχομένως να μην έχει αδέρφια ή ξαδέρφια.

Και εάν συνεχιστούν οι τρέχουσες τάσεις, το ίδιο το παιδί, όταν θα μεγαλώσει, θα αποκτήσει ενδεχομένως μόνο ένα παιδί ή ίσως και κανένα.

Μέχρι το 2050, τα τρία τέταρτα των χωρών προβλέπεται ότι θα πέσουν κάτω από το ποσοστό γεννήσεων αντικατάστασης του πληθυσμού που είναι 2,1 μωρά ανά γυναίκα, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet».

Αυτό θα αφήσει 49 χώρες -κυρίως σε περιοχές χαμηλού εισοδήματος της υποσαχάριας Αφρικής και της Ασίας- υπεύθυνες για την πλειονότητα των νέων γεννήσεων.

«Οι μελλοντικές τάσεις στα ποσοστά γονιμότητας και στις γεννήσεις παιδιών θα φέρουν αλλαγές στη δυναμική του παγκόσμιου πληθυσμού, οδηγώντας σε αλλαγές στις διεθνείς σχέσεις και στο γεωπολιτικό περιβάλλον και αναδεικνύοντας νέες προκλήσεις στη μετανάστευση και στα παγκόσμια δίκτυα βοήθειας», επισημαίνουν οι συντάκτες της έκθεσης στα συμπεράσματά τους.

Μέχρι το 2100, μόλις έξι χώρες αναμένεται να έχουν ποσοστά γεννήσεων που θα αντικαθιστούν τον πληθυσμό: Τα αφρικανικά έθνη Τσαντ, Νίγηρας και Τόνγκα, τα νησιά του Ειρηνικού Σαμόα και το Τατζικιστάν της κεντρικής Ασίας.

«Αυτό το μεταβαλλόμενο δημογραφικό τοπίο θα έχει βαθιές κοινωνικές, οικονομικές, περιβαλλοντικές και γεωπολιτικές επιπτώσεις», δήλωσαν οι συντάκτες της έκθεσης.

Ειδικότερα, η συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού στις προηγμένες οικονομίες θα απαιτήσει σημαντική πολιτική και δημοσιονομική παρέμβαση, ακόμη και αν η πρόοδος της τεχνολογίας παρέχει κάποια υποστήριξη.

«Καθώς το εργατικό δυναμικό μειώνεται, το συνολικό μέγεθος της οικονομίας τείνει να μειώνεται, ακόμη και αν η παραγωγή ανά εργαζόμενο παραμένει η ίδια. Ελλείψει φιλελεύθερων μεταναστευτικών πολιτικών, τα έθνη αυτά θα αντιμετωπίσουν πολλές προκλήσεις», δήλωσε στο CNBC ο Dr. Christopher Murray, επικεφαλής συγγραφέας της έκθεσης και διευθυντής στο Institute for Health Metrics and Evaluation.

«Η τεχνητή νοημοσύνη (AI) και η ρομποτική μπορεί να περιορίσουν τον οικονομικό αντίκτυπο της μείωσης του εργατικού δυναμικού, αλλά ορισμένοι τομείς, όπως η στέγαση, θα συνεχίσουν να επηρεάζονται έντονα», πρόσθεσε.

Η έκθεση, η οποία χρηματοδοτήθηκε από το ίδρυμα Bill & Melinda Gates τονίζει την απόκλιση μεταξύ των χωρών υψηλού εισοδήματος, όπου τα ποσοστά γεννήσεων μειώνονται σταθερά, και των χωρών χαμηλού εισοδήματος, όπου συνεχίζουν να αυξάνονται.

Από το 1950 έως το 2021, ο παγκόσμιος συνολικός δείκτης γονιμότητας (TFR) -ή ο μέσος αριθμός των μωρών που γεννιούνται- μειώθηκε περισσότερο από το μισό, από 4,84 σε 2,23, καθώς πολλές χώρες έγιναν πλουσιότερες και οι γυναίκες αποκτούσαν λιγότερα μωρά. Η τάση αυτή επιδεινώθηκε από κοινωνικές αλλαγές, όπως η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στο εργατικό δυναμικό, και από πολιτικά μέτρα, όπως η πολιτική ενός παιδιού της Κίνας.

Από το 2050 έως το 2100, ο συνολικός παγκόσμιος δείκτης γονιμότητας θα μειωθεί περαιτέρω από 1,83 σε 1,59. Το ποσοστό αντικατάστασης -ή ο αριθμός των παιδιών που θα πρέπει να αποκτήσει ένα ζευγάρι για να «αντικαταστήσει τον εαυτό του»- είναι 2,1 στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες.

Αυτό συμβαίνει ακόμη και όταν ο παγκόσμιος πληθυσμός προβλέπεται να αυξηθεί από 8 δισεκατομμύρια σήμερα σε 9,7 δισεκατομμύρια μέχρι το 2050, πριν κορυφωθεί σε περίπου 10,4 δισεκατομμύρια στα μέσα της δεκαετίας του 1980, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.

Ήδη, πολλές προηγμένες οικονομίες έχουν ποσοστά γονιμότητας πολύ χαμηλότερα από το ποσοστό αντικατάστασης. Μέχρι τα μέσα του αιώνα, η κατηγορία αυτή θα περιλαμβάνει τις μεγάλες οικονομίες της Κίνας και της Ινδίας, με το ποσοστό γεννήσεων της Νότιας Κορέας να κατατάσσεται ως το χαμηλότερο παγκοσμίως με 0,82.

Εντωμεταξύ, οι χώρες με χαμηλότερο εισόδημα αναμένεται να δουν το μερίδιό τους στις νέες γεννήσεις να διπλασιάζεται σχεδόν από 18% το 2021 σε 35% έως το 2100. Μέχρι την αλλαγή του αιώνα, η υποσαχάρια Αφρική θα αντιπροσωπεύει το ήμισυ όλων των νέων γεννήσεων, σύμφωνα με την έκθεση.

Ο Murray δήλωσε ότι αυτό θα μπορούσε να θέσει τις φτωχότερες χώρες σε «ισχυρότερη θέση» για να διαπραγματευτούν πιο ηθικές και δίκαιες μεταναστευτικές πολιτικές – μοχλός πίεσης που θα μπορούσε να γίνει σημαντικός, καθώς οι χώρες εκτίθενται όλο και περισσότερο στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.