Οικονομία

To Πεκίνο παραδέχεται: Τα οικονομικά μας δεν είναι ρόδινα

Τις τρομακτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κινεζική οικονομία παραδέχεται το ίδιο το Πεκίνο δια στόματος του συμβούλου του πανίσχυρου προέδρου της χώρας.

Ειδικότερα, σε ένα οικονομικό φόρουμ την περασμένη εβδομάδα στη Σαγκάη, ο Λιου Γιαν Τσαν ανώτερος σύμβουλος της κινεζικής κυβέρνησης και πρόεδρος του Οικονομικού Πανεπιστημίου  της Σαγκάης, σημείωσε ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας του ήταν πολύ χειρότερες από ό,τι αναμενόταν και ότι η δημοσιονομική κατάσταση των τοπικών κυβερνήσεων επιδεινώνεται πιο γρήγορα από όσο περίμενε η κυβέρνηση.

Σημειώνεται ότι τέτοιες παρατηρήσεις είναι πολύ πιθανό να πέρασαν από την έγκριση του ίδιου του προέδρου της Κίνας Σι Τζινπίνγκ.

Οι δομικές αλλαγές συμβαίνουν με ταχείς ρυθμούς και εμφανίζονται περισσότεροι μη οικονομικοί κίνδυνοι παρά οικονομικοί, ανέφερε ο Κινέζος σύμβουλος. Όλα αυτά έχουν δημιουργήσει ανισορροπίες τις οποίες το Πεκίνο παλεύει να αντιμετωπίσει.

Σύμφωνα με τον Λιού, η ανάπτυξη της Κίνας στο πρόσφατο παρελθόν και στο άμεσο μέλλον θα χαρακτηριστεί από μια τέτοια ανισορροπία και η επίτευξη μιας νέας ισορροπίας θα χρειαστεί χρόνο.

Αυτές οι εσωτερικές προκλήσεις, καθώς και ο εξωτερικός ανταγωνισμός είναι πιο τρομακτικές απ ότι συνέβαινε μια δεκαετία πριν, όταν η Κίνα κατάφερε να επιτύχει διψήφια οικονομική ανάπτυξη.

Η ανάπτυξη τώρα είναι πολύ πιο άνιση, φυσικά, και ακόμη και ο Πρόεδρος Σι φαίνεται να παραδέχτηκε το ίδιο όταν αποκάλεσε τη μέτρια ανάπτυξη, ως το… «νέο φυσιολογικό».

Ενδεικτικά, ο δείκτης τιμών παραγωγού (μέτρηση μηνιαίας μεταβολήςτων τιμών των βιομηχανικών προϊόντων που παράγονται στη χώρα και διατίθενται στην εγχώρια και στην εξωτερική αγορά) στην Κίνα μειώθηκε τον Μάρτιο κατά 2,8%. Η ανισορροπία προσφοράς-ζήτησης είναι επίσης εμφανής, με το ποσοστό χρησιμοποίησης του πρώτου τριμήνου να βρίσκεται μόλις στο 73,6%, σημειώνοντας μείωση περίπου 7 ποσοστιαίων μονάδων.

Ο Λιου προειδοποίησε επίσης ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή, ο οποίος αυξήθηκε τον Μάρτιο κατά 0,1% σε ετήσια βάση μετά την επέκταση κατά 0,7% τον Φεβρουάριο, είναι πολύ άτονος για να επιτύχει το στοχευμένο ισοζύγιο προσφοράς-ζήτησης 2-3% του Πεκίνου.

Το σημαντικότερο είναι ότι αυτές οι αλλαγές ήρθαν για να μείνουν.

Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η ύφεση στην αγορά ακινήτων. Οι επενδύσεις στον τομέα των ακινήτων μειώθηκαν το πρώτο τρίμηνο του 2024 κατά 9,5% σε ετήσια βάση, με τις συνολικές πωλήσεις να μειώνονται κατά 27,6%. Με άλλα λόγια, οι εποχές που ο τομέας των ακινήτων ήταν «υπερπυλώνας» της κινεζικής οικονομίας έχουν παρέλθει.

Ο τομέας αντιπροσώπευε σχεδόν το 11% του ΑΕΠ, αλλά ήταν σχεδόν στο 6% από το 2023.

Το Πεκίνο αναζητά άλλους τομείς όπως η κατασκευή υψηλής τεχνολογίας και τα ηλεκτρικά οχήματα για να καλύψει το κενό, αλλά μέχρι στιγμής έχουν ακόμα να το κάνει.

Το βασικό ερώτημα

Σύμφωνα με τον Αμερικανό πολιτικό επιστήμονα Τζορτζ Φρίντμαν αυτό που κάνει τις δηλώσεις του Λιου τόσο σημαντικές είναι ότι δείχνουν ότι το Πεκίνο συμβιβάζεται επιτέλους με το προφανές.

«Η μακροχρόνια συμβατική σοφία ήταν ότι η Κίνα θα ήταν ένα ατελείωτο κύμα [ανάπτυξης], αλλά ακόμη και στην ακμή της ανάπτυξης, η οικονομία της ήταν περιορισμένη και ανισόρροπη. Αλλά οι οικονομικοί κίνδυνοι επεκτείνονται εν μέσω γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων, η ρίζα των οποίων, για την Κίνα, ήταν μια απόφαση πριν από μερικά χρόνια να απειλήσουν τις ΗΠΑ με πιθανή μελλοντική στρατιωτική δράση. Η απειλή ήταν μια απραγματοποίητη μπλόφα, αλλά το πιο σημαντικό της αποτέλεσμα ήταν να πείσει τις ΗΠΑ ότι ήταν πραγματική».

Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Φρίντμαν εξηγεί ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ υιοθέτησε μια εχθρική οικονομική στάση έναντι της Κίνας και οι αμερικανικές εταιρείες είδαν αυξημένο κίνδυνο εάν δραστηριοποιούνταν στη χώρα του δράκου.

«Αντί να αυξήσει την οικονομική δραστηριότητα για να ηρεμήσει τις ΗΠΑ, το Πεκίνο επιδίωξε το αντίθετο αποτέλεσμα, περιορίζοντας την πρόσβασή του στις αμερικανικές επενδύσεις. Αυτό δημιούργησε μια άλλη ανισορροπία, αυτή που βασίζεται στην υπόθεση ότι οι κινεζικές εξαγωγές στις ΗΠΑ και οι αμερικανικές επενδύσεις στην Κίνα δεν θα έπεφταν αρκετά χαμηλά για να απειλήσουν σοβαρά την οικονομία».

Το ζήτημα για τον Αμερικανό αναλυτή όμως είναι πώς θα ανταποκριθεί η ιδιωτική βιομηχανία και το σημαντικότερο πώς θα αντιδράσει ο κινεζικός λαός.

«Στην Κίνα, η οικονομική αναστάτωση μπορεί να δημιουργήσει απελπισμένους πολίτες και να εκτοξεύσει τη χώρα σε αχαρτογράφητη περιοχή» εκτιμά ο Φρίντμαν.

«Η κυβέρνηση εργάζεται σκληρά για να περιορίσει την αναταραχή και φαίνεται ότι έχει πλέον υιοθετήσει μια στρατηγική ειλικρίνειας – κάτι σπάνιο για κάθε κυβέρνηση» παρατηρεί ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας.

To Top