Σφοδρή κριτική ασκεί η Ελληνική Ένωση Πλοιοκτητών Ρυμουλκών, Ναυαγοσωστικών, Αντιρρυπαντικών και Πλοίων Υποστήριξης Υπεράκτιων Εγκαταστάσεων κατά του Προέδρου του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδος που, όπως σημειώνει η Ένωση, ζητά την τροποποίηση του Προεδρικού Διατάγματος (ΠΔ) για τις προδιαγραφές που θα πρέπει να έχουν τα ρυμουλκά πλοία.
Η Ένωση με ανακοίνωσή της διαφωνεί με την τοποθέτηση του ΝΕΕ, που υποστηρίζει ότι το ΠΔ μάλλον δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιδιώκει να επιλύσει και, για το λόγο αυτό, χρειάζεται τροποποίηση επί των πιο σημαντικών του διατάξεων.
Η πρωτοβουλία αυτή προκαλεί απορίες στην Ελληνική Ένωση Πλοιοκτητών Ρυμουλκών, Ναυαγοσωστικών, Αντιρρυπαντικών και Πλοίων Υποστήριξης Υπεράκτιων Εγκαταστάσεων και σε ολόκληρη την ναυτιλιακή κοινότητα, αναφέρει στην ανακοίνωση.
Προσθέτει ότι, επίσης, απορίες προκαλεί και ο χρόνος και ο τρόπος «που επέλεξε το Επιμελητήριο να προβεί σε μια τέτοια ενέργεια, όταν μάλιστα δεν είχε εκφράσει την παραμικρή άποψη τόσο κατά την διάρκεια της επίσημης διαβούλευσης του διατάγματος, στην οποία αποδεδειγμένα προσκλήθηκε επίσημα από το Υπουργείο (αν και το ΝΕΕ φάνηκε κάποια στιγμή να το αμφισβητεί!!!) όσο και κατά την περίοδο του ενός και πλέον έτους που μεσολάβησε από την έκδοσή του τον Δεκέμβριο του 2022».
Ενστάσεις και παρατηρήσεις
Η Ένωση που εκπροσωπεί τα ρυμουλκά πλοία ενημερώνει ότι απέστειλε στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και το Γραφείο του Πρωθυπουργού μια επιστολή στην οποία κατέγραψε τις βασικές της παρατηρήσεις και τις σοβαρές ενστάσεις της για την Έκθεση του ΝΕΕ και την Τεχνική Επιτροπή που τη συνέταξε, επισημαίνοντας κυρίως τα εξής:
-Η Έκθεση/Αναφορά δεν γνωστοποιήθηκε στον επίσημο εκπρόσωπο του κλάδου που εκπροσωπεί τα ρυμουλκά πλοία στο ΝΕΕ, παρά μόνο όταν αυτός την αναζήτησε. Η σύνθεση της Τεχνικής Επιτροπής στην οποία ο Πρόεδρος του ΝΕΕ ανάθεσε το συγκεκριμένο έργο και η οποία αποτελείτο από «ειδικούς τεχνικούς γνώστες του αντικειμένου» δεν γνωστοποιήθηκε ποτέ παρότι ζητήθηκε και παραμένει ακόμη και σήμερα ανώνυμη και ανυπόγραφη για ευνόητους μάλλον λόγους .
-Είναι ανήκουστη και απαράδεκτη η άποψη της «Επιτροπής» και του Προέδρου του ΝΕΕ ότι τα ρυμουλκά πλοία αποτελούν έναν κλάδο τη ναυτιλίας ο οποίος, κατά κανόνα, έχει τη λιγότερη ανάγκη αυστηρών προδιαγραφών έναντι άλλων ειδών πλοίων. Κατά την Ένωση, είναι παντελώς ανίδεοι σε θέματα ρυμουλκήσεων και, ως εκ τούτου επικίνδυνοι, όσοι υποστηρίζουν ότι δεν χρειάζεται πολλή ασφάλεια σε πλοία τα οποία ρυμουλκούν καθημερινά πολύ μεγαλύτερα σε μέγεθος πλοία ακόμη και κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες, εκτελούν επιφυλακή σε εγκαταστάσεις υψηλής επικινδυνότητας (π.χ. διυλιστήρια) και πρέπει να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμα να ρυμουλκήσουν ακόμα και φλεγόμενα δεξαμενόπλοια εκτός των εγκαταστάσεων, εκτελούν χρέη ρυμουλκού ασφαλείας στα λιμάνια προκειμένου να συνδράμουν σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, και μπορεί να κληθούν να παράσχουν τις υπηρεσίες τους σε κάθε τύπο κινδυνεύοντος πλοίου, όταν οι υπόλοιποι τύποι πλοίων απομακρύνονται για την ασφάλειά τους.
-Η εισαγωγή από την «Επιτροπή» του καινοφανούς, σε παγκόσμιο επίπεδο, όρου «βοηθούμενο» πλοίο αντί για ρυμουλκούμενο, εγείρει σοβαρά ερωτηματικά αν τελικά ο απώτερος στόχος μιας τέτοιας πρότασης είναι ο επαναπροσδιορισμός της φύσης των ρυμουλκικών εργασιών και του ισχύοντος εθνικού θεσμικού πλαισίου κυρίως στο ζήτημα της υποχρεωτικότητας της ρυμούλκησης εντός λιμένων, πράγμα το οποίο αν συνέβαινε, θα έθετε σε διακινδύνευση την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας καθώς και την προστασία της ανθρώπινης ζωής και του θαλασσίου περιβάλλοντος. Η προτεινόμενη εξομοίωση των δυο κύριων τύπων ρυμουλκήσεων (λιμένων και ανοιχτής θάλασσας) είναι διεθνώς πρωτόγνωρη και επιστημονικά αστήρικτη.
– Η «Επιτροπή» και ο Πρόεδρος του ΝΕΕ προτείνουν να μην έχουν πυροσβεστικό εξοπλισμό τα ρυμουλκά που διενεργούν ρυμουλκήσεις σε εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών παρά μόνο εκείνα που βρίσκεται σε επιφυλακή. Η πρόταση της «Επιτροπής» και του Προέδρου του ΝΕΕ ότι στους Κανονισμούς ρυμούλκησης που θα εκδίδουν οι Οργανισμοί Λιμένων και τα Λιμενικά Ταμεία δεν θα αποκλείονται ρυμουλκά του ’40 και του ΄50, θα ήταν για γέλια αν δεν προκαλούσε ανησυχία για την ελαφρότητά της. Δεν είναι δυνατόν ο Πρόεδρος του ΝΕΕ από τη μια να προάγει την πράσινη μετάβαση της ελληνικής ναυτιλίας και να κόβει περιχαρής κορδέλες σε ανάλογες εκδηλώσεις και από την άλλη να δέχεται την ύπαρξη και την δραστηριοποίηση ρυμουλκών 60 και 70 ετών που δήθεν εξυπηρετούν τα πολύ μεγάλα σύγχρονα πλοία στα ελληνικά λιμάνια.
Τέλος, η Ένωση σχολιάζοντας την πρόταση για πιστοποίηση των ρυμουλκών πάνω από 24 μέτρα από όλους τους Νηογνώμονες και όχι μόνο τους Αναγνωρισμένους από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπενθύμισε τις περιπτώσεις ρυμουλκών, μερικές από τις οποίες έχουν καταλήξει στα δικαστήρια, που πιστοποιήθηκαν από τους μη αναγνωρισμένους από την Ε.Ε. νηογνώμονες και ήταν είτε πλαστικά είτε λάντζες είτε κινούμενα μόνο την ημέρα.
Στο φόντο αυτό ο Πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Πλοιοκτητών Ρυμουλκών, Ναυαγοσωστικών, Αντιρρυπαντικών και Πλοίων Υποστήριξης Υπεράκτιων Εγκαταστάσεων κ. Παύλος Ξηραδάκης δήλωσε μεταξύ άλλων ότι: «Η Έκθεση του ΝΕΕ για το π.δ. 83/2022 μας άφησε κυριολεκτικά άναυδους. Δεν γνωρίζουμε να υπάρχει Επιτροπή επίσημου θεσμικού φορέα στον κόσμο που να δέχεται και να προτείνει επίσημα σε Υπουργείο πράγματα που συντηρούν τον κίνδυνο και ενισχύουν την ανασφάλεια. Δεν υπάρχει τέτοιο προηγούμενο. Σε επιστολή μας στον Υπουργό κ. Χ. Στυλιανίδη εκθέσαμε τα επιχειρήματά μας και τονίσαμε ότι η Έκθεση της Επιτροπής και του Προέδρου του ΝΕΕ μας λυπεί κυριολεκτικά γιατί, πέραν όσων επισημάνθηκαν, αυτό που εν τέλει διακυβεύεται είναι το κύρος του Ναυτικού Επιμελητηρίου και ο θεσμικός του ρόλος. Η απάντηση στην διαπίστωση του Προέδρου του ΝΕΕ ότι «το Π.Δ. 83 μάλλον δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που προσπαθεί να επιλύσει» κρίνεται από το γεγονός ότι, λόγω του συγκεκριμένου διατάγματος, έχουν ήδη έρθει στην Ελλάδα νεότευκτα και σύγχρονα ρυμουλκά αντίστοιχα με αυτά που λειτουργούν στα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά λιμάνια, δημιουργώντας συνθήκες ασφάλειας στις ρυμουλκήσεις και προστασίας του περιβάλλοντος από τις μειωμένες εκπομπές ρύπων. Ουδέποτε είχε δει κανείς στην Ελλάδα τέτοια ρυμουλκά, απλά γιατί υπήρχε παντελής έλλειψη θεσμικού πλαισίου που με τη σειρά της δημιουργούσε συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού για τους υγιείς επιχειρηματίες του κλάδου. Η εποχή της ανασφάλειας και της ανευθυνότητας στις ρυμουλκήσεις στην Ελλάδα έχει περάσει ανεπιστρεπτί».