Πλήθος πιστών απ’ όλη τη χώρα φτάνει στη μονή του Αγίου Ιωάννου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης, προκειμένου να προσκυνήσουν τον τάφο του Αγίου Παϊσίου, καθώς συμπληρώνονται 30 χρόνια από τον θάνατό του.
Δεν ήταν λίγοι όσοι βρέθηκαν στη μονή από το βράδυ της Πέμπτης (11/07), καθώς κάθε χρόνο 11 και 12 Ιουλίου εορτάζεται η κοίμησή του, όπως θα δείτε και στα βίντεο του ekklisiaonline.
Η κατάταξή του ως Αγίου της ορθόδοξης εκκλησίας έγινε από το οικουμενικό πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως στις 13 Ιουνίου 2015, ενώ η εκκλησία γιορτάζει τη μνήμη της στις 12 Ιουλίου, ημέρα της κοιμήσεώς του.
Ποιος ήταν ο μοναχός Παΐσιος που αγιοποίησε η εκκλησία
Ο γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης ήρθε στον κόσμο ως Αρσένιος Εζνεπίδης στις 25 Ιουλίου 1924 στα Φάρασα της Καππαδοκίας, ως ένα από τα εννιά παιδιά μιας οικογένειας που σύντομα θα ξεριζωνόταν από τη Μικρά Ασία και θα έβρισκε νέα πατρίδα στην Κόνιτσα.
Αφού τελείωσε το δημοτικό σχολείο στην κωμόπολη της Ηπείρου, αποφάσισε να μονάσει, καθώς ο βίος του περιστρεφόταν ανέκαθεν γύρω από τα θεία και ο πιτσιρίκος παραήταν θεοσεβής για την ηλικία του: «Έφευγα το πρωί με λίγο νερό και σκαρφάλωνα σε έναν βράχο, έξω στο βουνό, να κάνω προσευχή όπως οι στυλίτες … κατά το απόγευμα που με έπιανε λιγούρα όμως άλλαζα γνώμη … ‘‘ας πάω σπίτι να φάω λίγο’’ έλεγα και κατέβαινα από τον βράχο».
Αφού εργάστηκε για λίγο ως μαραγκός και ολοκλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, όπου υπηρέτησε ως ασυρματιστής, πήγε πράγματι στο Άγιο Όρος για να μονάσει, αν και οι εκκρεμότητες της κοσμικής ζωής τον ανάγκασαν να κάνει ένα μικρό διάλειμμα: επιστρέφει έτσι στον πρότερο βίο του για έναν χρόνο ώστε να αποκαταστήσει τις αδερφές του.
Όταν τις πάντρεψε, επέστρεψε στο ιερό άβατο του Αγίου Όρους, όπου και πέρασε την υπόλοιπη ζωή του σύμφωνα με τις ασκητικές αρχές της μοναστικής πολιτείας, έχοντας ανακαλύψει την ευεργετική επίδραση της πίστης από πολύ νωρίς στη ζωή του: «Στην εκκλησία πήγαινα πρωί πρωί, πριν χτυπήσει η καμπάνα, και πολλές φορές περίμενα να έρθει ο παπάς να ανοίξει την εκκλησία … τέτοιο πόθο είχα».
Τον τιμητικό τίτλο του «ασυρματιστή του Θεού» δεν τον απέκτησε άδικα, καθώς ήταν στρατιώτης στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου. Και μπορεί να υπηρετούσε ως ασυρματιστής, γνώρισε όμως και μάχες και πολεμικές φρίκες, με την αυτοθυσία του να μένει μνημειώδης στη μονάδα του: «Όταν γινόταν καμία επικίνδυνη επιχείρηση, κοιτούσα να πάω εγώ. Αν αδιαφορούσα και πήγαινε κάποιος άλλος στη θέση μου και σκοτωνόταν, μετά θα με σκότωνε μια ζωή η συνείδησή μου, ενώ στον πόλεμο μια φορά σκοτώνεσαι».
Ήταν στα 30 του χρόνια ζωής όταν έγινε τελικά μοναχός στο Άγιο Όρος και πέρασε από αρκετές μονές, ενώ η δράση του θα τον φέρει ακόμα και στη χερσόνησο του Σινά, όπου θα περάσει τρία περίπου χρόνια. Αν και ήταν στην Αθωνική Πολιτεία που θα ασκήτευε και θα περνούσε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του, αποκτώντας προοδευτικά τη φήμη του θεραπευτή, του ανθρώπου που γιάτρευε δηλαδή ποικίλες αρρώστιες, αλλά και του εξορκιστή. Την ίδια στιγμή, αναδείχθηκε σε μεγάλο καθοδηγητή για πλήθος πιστών, καθώς τα χαρίσματά του ήταν τέτοια που λειτούργησαν ως πηγή έμπνευσης για πολλούς.
Θα αφήσουμε κατά μέρος τους υπερφυσικούς άθλους του, τα θαύματα και τις πάλες με τα δαιμόνια για να συζητήσουμε το μεγαλύτερο χάρισμα του γέροντα, αυτό που είτε πιστεύει είτε δεν πιστεύει κανείς στα θεία δεν μπορεί να αμφισβητήσει, καθώς η αλήθεια του είναι πανανθρώπινη, οικουμενική και εξίσου θεϊκή και κοσμική: η αγάπη!