Η Πολωνία αποτελεί ιστορικό φαινόμενο αντοχής και αναγέννησης. Έχει επιβιώσει από τρεις απανωτούς διαμελισμούς, δύο Παγκοσμίους Πολέμους (εκ των οποίων στον δεύτερο δέχθηκε επίθεση τόσο από τα γερμανικά στρατεύματα όσο και από τα ρωσικά) και την τριετία 1991-1993 χάθηκαν όλα τα κράτη με τα οποία συνόρευε, εξαιτίας της κατάρρευσης του επονομαζόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού που εφαρμοζόταν στο ανατολικό μπλοκ.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν ακόμα και οι λόγοι για τους οποίους επελέγη ως επικρατέστερη θρησκεία ο ρωμαιοκαθολικισμός, για τον οποίο οι πολίτες της χώρας τρέφουν μεγάλο σεβασμό. Διόλου τυχαίο δεν είναι και το γεγονός ότι ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ (που αγιοποιήθηκε το 2014) ήταν Πολωνός. Την τελευταία φορά που είχε εκλεγεί μη ιταλός ποντίφικας ήταν πριν από… 455 χρόνια.
Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά με όσο το δυνατόν πιο εύληπτες και κατανοητές πληροφορίες, χωρίς να μπερδευόμαστε με πολλές ημερομηνίες και ονόματα, καθώς αυτό που θα επιχειρήσουμε να καταδείξουμε είναι τις σαρωτικές αλλαγές που επήλθαν εντός και πέριξ της Πολωνίας, τους τελευταίους αιώνες.
Οι τρεις διαμελισμοί που εξαφάνισαν το πολωνικό κράτος
Η πιο τραγική και οδυνηρή περίοδος της πολωνικής ιστορίας ήταν οι τρεις διαμελισμοί της χώρας κατά τον 18ο αιώνα. Η Πολωνία, στο απόγειό της, ήταν ένα από τα μεγαλύτερα και πιο πυκνοκατοικημένα κράτη της Ευρώπης, γνωστό εκείνη την εποχή ως «Στέμμα του Βασιλείου της Πολωνίας και του Μεγάλου Δουκάτου της Λιθουανίας». Εκτεινόταν από τη Βαλτική μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα.
Ωστόσο, το πολυεθνικό και θρησκευτικά ανοικτό αυτό κράτος ήταν επί της ουσίας μια τεράστια ανοχύρωτη πεδιάδα χωρίς φυσικά σύνορα (μεγάλα βουνά ή ποτάμια) και, κυρίως, υπέφερε από εσωτερική αστάθεια στη διακυβέρνηση, έχοντας «ανίκανους αιρετούς βασιλιάδες» όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και ο αναπληρωτής καθηγητής Νεότερης Ευρωπαϊκής Ιστορίας του ΕΚΠΑ, Κώστας Ράπτης, στον Α’ τόμο του πανεπιστημιακού συγγράμματος «Γενική Ιστορία της Ευρώπης» (εκδόσεις ΕΑΠ), κάτι που εκμεταλλεύτηκαν οι γειτονικές υπερδυνάμεις.
Ο πρώτος διαμελισμός της Πολωνίας έλαβε χώρα το 1772, όταν η Ρωσική Αυτοκρατορία, η Πρωσία και η Αυστρία αποφάσισαν να εκμεταλλευτούν την αδυναμία της Κοινοπολιτείας. Η καθεμία πήρε μέρος της επικράτειάς της. Πολύ σύντομα, το 1793 θα ακολουθήσει ο δεύτερος διαμελισμός με τη Ρωσία και την Πρωσία να μοιράζουν ξανά εδάφη της χώρας. Τέλος, το 1795, μετά από ανεπιτυχείς προσπάθειες ανασυγκρότησης, η Πολωνία διαμελίζεται για τρίτη φορά μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα από τις προαναφερθέντες δυνάμεις, παύοντας να υφίσταται ως ανεξάρτητο κράτος. Ο νόμος του ισχυρού είχε επιβληθεί με τον πιο κυνικό τρόπο.
Η εξαφάνιση από τον χάρτη και η επανίδρυση μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου
Για περισσότερα από 120 χρόνια, η Πολωνία εξαφανίζεται από τον πολιτικό χάρτη, με τον λαό της να βρίσκεται υπό την κυριαρχία των κατακτητών. Η εθνική ταυτότητα όμως δεν χάθηκε. Μέσα από την τέχνη, τη λογοτεχνία και τις επαναστατικές προσπάθειες, ο πολωνικός λαός διατήρησε την αίσθηση του έθνους και την επιθυμία για ελευθερία.
Λίγο πριν από τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, και ειδικότερα τον Ιανουάριο του 1918, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Γούντροου Ουίλσον, προβαίνει σε ένα βαρυσήμαντο ραδιοφωνικό διάγγελμα που έχει μείνει στην ιστορία ως «Το Διάγγελμα των 14 σημείων» για την επόμενη μέρα μετά τη λήξη των εχθροπραξιών. Στον 13ο όρο και αναφερόμενος στο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των λαών τόνισε πως θα πρέπει να δημιουργηθεί και πάλι ένα ανεξάρτητο πολωνικό κράτος, με εξασφάλιση ελεύθερης και ασφαλούς πρόσβασης στη θάλασσα. Πράγματι η Συνθήκη Ειρήνης των Βερσαλλιών (υπεγράφη 28 Ιουνίου 1919) αναγνωρίζει την ανεξαρτησία της Πολωνίας που έπαιρνε εδάφη από την ηττημένη Γερμανία, τη Ρωσία και την καταρρέουσα αυτοκρατορία της Αυστροουγγαρίας.
Χίτλερ και Στάλιν ετοιμάζονται να επιτεθούν στην Πολωνία (1939)
Η αναγέννηση της Πολωνίας όμως υπήρξε βραχύβια. Κι αυτό γιατί πολύ σύντομα θα βρεθεί και πάλι στο επίκεντρο των διεθνών ανταγωνισμών. Το 1939 ο φύρερ και καγκελάριος της ναζιστικής Γερμανίας, Αδόλφος Χίτλερ, είναι έτοιμος να αιματοκυλίσει τον κόσμο. Σχεδιάζει να ξεκινήσει τον πόλεμο, πραγματοποιώντας την πρώτη επίθεση εναντίον της Πολωνίας.
Πριν το πράξει αυτό όμως, ήθελε να καλύψει τα νώτα του, για να μην την πατήσει όπως οι συμπατριώτες του στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι, για να είναι σίγουρος ότι η Σοβιετική Ένωση δεν θα επιτεθεί στη Γερμανία, την ώρα που αυτή θα εισβάλλει στην Πολωνία, προχωρά σε συμφωνία μη επίθεσης με τον σοβιετικό ηγέτη, Ιωσήφ Στάλιν, που υπογράφεται στη Μόσχα την 23η Αυγούστου 1939. Πρόκειται για το γνωστό «Σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπεντροπ», από τα ονόματα των υπουργών Εξωτερικών των δύο πλευρών, ΕΣΣΔ και Γ’ Ράιχ, που έβαλαν τις υπογραφές τους.
Συνομολογείται πως δεν θα επιτεθεί η μια πλευρά στην άλλη και ότι καθεμία θα έπρεπε να μείνει ουδέτερη, εάν η άλλη αναμειγνυόταν σε πόλεμο. Υπήρχε όμως και ένα μυστικό συμπληρωματικό πρωτόκολλο. Βάσει αυτού, Γερμανοί και Σοβιετικοί θα μοιράζονταν την Πολωνία, με σύνορα τους ποταμούς Νάρεφ, Βιστούλα και Σαν. Αυτό εξυπηρετούσε τα στρατηγικά συμφέροντα και των δύο ισχυρών κρατών, δίνοντάς τους πρόσβαση σε νέες περιοχές και πόρους.
«Εδώ και χρόνια χύνουμε κουβάδες σκατά ο ένας στο κεφάλι του άλλου»
Για τα όσα σχετικά συνέβησαν εκείνες τις ημέρες, είναι αποκαλυπτικό το βιβλίο του βραβευμένου αμερικανού ιστορικού, Benjamin Carter Hett, «Ο δρόμος προς τον πόλεμο – Μια ιστορία κρίσης της δημοκρατίας, ανόδου του ρατσισμού και καθυστερημένης αναγνώρισης του κακού, με βαθιές αντιστοιχίες στην εποχή μας», που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Διόπτρα. Όπως γράφει, όταν ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ, έφθασε στη Μόσχα για να υπογράψει το Σύμφωνο μη Επίθεσης, η πόλη ήταν γεμάτη σημαίες με σβάστικες.
Κατά τη συνάντησή του με τον Χίτλερ, ο σοβιετικός ηγέτης Στάλιν έκανε πρόποση προς τιμήν του φύρερ, λέγοντας ότι ήξερε «πόσο πολύ τον αγαπά το γερμανικό έθνος του». Έδωσε μάλιστα τον λόγο της τιμής του, ότι η Σοβιετική Ένωση «δεν θα πρόδιδε τον συνεταίρο της». Τα αρχεία δεν δείχνουν αν και ο Ρίμπεντροπ ανταπέδωσε την υπόσχεση.
Κατά τον ιστορικό, «το σύμφωνο είχε τη δημόσια και τη μυστική πτυχή του. Δημοσίως, η Γερμανία και η Σοβιετική Ένωση υποσχέθηκαν να μην πολεμήσουν η μία την άλλη για δέκα χρόνια». Ένα μυστικό «συμπληρωματικό πρωτόκολλο» (σ.σ. όπως προαναφέραμε) καθόριζε, όμως, τη γερμανική και τη σοβιετική σφαίρα επιρροής – κάτι που σήμαινε περιοχές τις οποίες η μία πλευρά μπορούσε να κατακτήσει χωρίς η άλλη να διαμαρτυρηθεί. Η Φινλανδία, η Λετονία και η Εσθονία έπεσαν στους Σοβιετικούς· η Λιθουανία, στη Γερμανία. (Αργότερα η συμφωνία τροποποιήθηκε για να δώσει και τη Λιθουανία στους Σοβιετικούς.) Η Πολωνία θα μοιραζόταν «κατά προσέγγιση» στους ποταμούς Νάρεφ, Βιστούλα και Σαν.
Δεν αποτέλεσε έκπληξη ότι η Βεσσαραβία πήγε στους Σοβιετικούς. Η ναζιστική Γερμανία είχε δώσει στον Στάλιν αυτό που δεν του έδιναν οι Βρετανοί και οι Γάλλοι. Ο Ρίμπεντροπ είχε ζητήσει να συμπεριληφθεί και ένας πρόλογος για τη «φυσική φιλία» μεταξύ Γερμανών και Σοβιετικών, αλλά στο σημείο αυτό ο Στάλιν ήταν πιο ρεαλιστής. «Εδώ και πολλά χρόνια», είπε στον Ρίμπεντροπ, «χύνουμε κουβάδες σκατά ο ένας στο κεφάλι του άλλου». Ο Στάλιν πίστευε ότι η κοινή γνώμη χρειαζόταν λίγο χρόνο ακόμα, προτού οι δικτατορίες γίνουν τόσο διαχυτικές μεταξύ τους.
Η πρόφαση για την εισβολή της Βέρμαχτ στην Πολωνία: Έναρξη Β’ Παγκοσμίου Πολέμου
Με την υπογραφή του Συμφώνου Μολότοφ – Ρίμπεντροπ, ο Χίτλερ με τις πανίσχυρες ένοπλες δυνάμεις του, την αποκαλούμενη Βέρμαχτ, έθετε σε εφαρμογή το σχέδιό του. Όπως σημειώνει ο συγγραφέας, «η αστυνομία του ευθύς αμέσως δημιούργησε μια καθόλου πειστική προπαγανδιστική πρόφαση για την εισβολή στην Πολωνία. Μια υποτιθέμενη ψεύτικη πολωνική επιδρομή στον γερμανικό ραδιοπομπό της συνοριακής πόλης του Γκλιβίτσε. Νωρίς το πρωί της 1ης Σεπτεμβρίου 1939 οι γερμανικές δυνάμεις εισέβαλαν στην Πολωνία από την Ανατολική Πρωσία, την Πομερανία, τη Σιλεσία και τη Βοημία. Ο ναζιστικός πόλεμος είχε αρχίσει.
Τώρα το ερώτημα ήταν πότε θα άρχιζε για τις δημοκρατίες. Η βρετανική και η γαλλική κυβέρνηση είχαν δεσμευθεί να βοηθήσουν την Πολωνία, αλλά μπροστά στη γερμανική εισβολή, δίστασαν προς στιγμήν. Την Παρασκευή, 1 Σεπτεμβρίου, ο βρετανός πρωθυπουργός, Νέβιλ Τσάμπερλεν, θα πει στη Βουλή ότι ήταν “καιρός για δράση”, αλλά ύστερα πρόσθεσε πως περίμενε να δει αν οι Γερμανοί θα παρείχαν διαβεβαίωση ότι οι δυνάμεις τους θα έφευγαν από την Πολωνία. Η βρετανική κυβέρνηση είχε προειδοποιήσει τη Γερμανία ότι θα τηρούσε τις υποχρεώσεις της προς την Πολωνία – αλλά χωρίς χρονικό περιορισμό. Πολιτικοί όλων των κομμάτων στο Λονδίνο αντέδρασαν με όλο και πιο έντονη σαστιμάρα, δυσαρέσκεια και ντροπή. Ποια σαφέστερη περίπτωση επιθετικότητας μπορούσε να υπάρξει, ποια σαφέστερη αφορμή μπορούσε να υπάρξει για να σπεύσουν σε βοήθεια της Πολωνίας;».
Αεροσκάφη εναντίον ιππικού και εισβολή των Ρώσων
Ακόμα και οι πεσιμιστές ξαφνιάστηκαν από την ταχύτητα με την οποία ξεπέταξαν την Πολωνία οι γερμανικές δυνάμεις. Οι Πολωνοί πολέμησαν περήφανα και με μεγάλο κουράγιο, αλλά βρίσκονταν σε απελπιστική θέση. Η Λουφτβάφε (σ.σ. η γερμανική αεροπορία) διέλυσε την Πολωνική Αεροπορία τις πρώτες μέρες της εκστρατείας. Η Πολωνία είχε ελάχιστα τεθωρακισμένα και το ιππικό δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να σταματήσει τις γερμανικές θωρακισμένες δυνάμεις.
Το τελικό χτύπημα ήρθε στις 17 Σεπτεμβρίου 1939, όταν οι Σοβιετικοί, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά τους σκοπούς που είχε ο Στάλιν εδώ και καιρό, εισέβαλαν από τα ανατολικά. Η Βαρσοβία παραδόθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου. Η πολωνική κυβέρνηση ποτέ δεν παρέδωσε επισήμως ολόκληρη τη χώρα, όμως οι Γερμανοί τσάκισαν και την τελευταία στρατιωτική αντίσταση στις 6 Οκτωβρίου. Περίπου 70.000 πολωνοί στρατιώτες είχαν σκοτωθεί πολεμώντας τους Γερμανούς και άλλοι 50.000 πολεμώντας τους Σοβιετικούς. Οι γερμανικές απώλειες ήταν πολύ μικρότερες, όμως κάθε άλλο παρά ασήμαντες: 14.000 νεκροί και περίπου 30.000 τραυματίες. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε ξεκινήσει πλέον για τα καλά.
Απελευθέρωση και ένταξη στη σφαίρα επιρροής των Σοβιετικών
Κατά τη διάρκεια του Πολέμου οι Γερμανοί θα αθετήσουν τους όρους του Συμφώνου μη Επίθεσης και θα επιτεθούν στη Ρωσία. Αρχικά θα καταλάβουν όλη την Πολωνία και ακολούθως θα κατευθυνθούν προς τη Μόσχα (επιχείρηση Μπαρμπαρόσα). Οι Σοβιετικοί με μεγάλη προσπάθεια και με απώλειες που ξεπερνούν τα 2,5 εκατομμύρια στρατιώτες, καταφέρνουν να απωθήσουν τα ναζιστικά στρατεύματα. Θα ήταν η αρχή μιας σειράς αποτυχιών για τις στρατιές του Χίτλερ στο Ανατολικό Μέτωπο. Η Πολωνία θα απελευθερωθεί από τη γερμανική κατοχή τον Ιανουάριο του 1945, χάρη στις προσπάθειες του ρωσικού Κόκκινου Στρατού, των πολωνών ανταρτών και του στρατού που είχε απομείνει στη χώρα.
Μετά την απελευθέρωσή της όμως η Πολωνία, θα βρεθεί υπό σοβιετική επιρροή και θα ενσωματωθεί στη σφαίρα επιρροής του ανατολικού μπλοκ. Το 1947 εγκαθιδρύεται κομμουνιστική κυβέρνηση, υπό σοβιετική επιτήρηση.
Καθολικοί στο θρήσκευμα από… αντίδραση
Σε αυτό το σημείο αξίζει να επισημάνουμε τη θρησκευτική ταυτότητα των Πολωνών που έχει άμεση σχέση με τα γεγονότα που προαναφέραμε. Επειδή μίσησαν τους Γερμανούς που τους επιτέθηκαν από την αριστερή πλευρά των συνόρων και είναι στην πλειοψηφία τους προτεστάντες στο θρήσκευμα και από την άλλη πλευρά μίσησαν και τους Ρώσους που τους επιτέθηκαν από τη δεξιά πλευρά των συνόρων και είναι ορθόδοξοι χριστιανοί, επέλεξαν ως αντίδραση να προτάξουν τον καθολικισμό. «Και έγιναν από τους πιο θερμούς καθολικούς στον κόσμο, ακριβώς διότι βρέθηκαν από τη μια να συνορεύουν με την Ανατολική Γερμανία και από την άλλη με την ΕΣΣΔ. Ο καθολικισμός τους έστελνε μήνυμα προς τους εχθρούς τους, προς τους γείτονές τους, ότι εμείς είμαστε ξεχωριστοί και δεν έχουμε καμία διάθεση να ενταχθούμε σε κανένα πολιτισμικό δικό σας σχήμα», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στις διαλέξεις της η ομότιμη καθηγήτρια Ιστορίας του ΕΚΠΑ, Μαρία Ευθυμίου.
Μάλιστα ο φανατικός καθολικισμός των Πολωνών ενισχύθηκε ιδιαίτερα κατά την κομμουνιστική εποχή, όταν η Σοβιετική Ένωση προσπάθησε να επιβάλει έναν άθεο κρατικό μηχανισμό. Η Εκκλησία αποτέλεσε έναν θεσμό που όχι μόνο έσωσε τον πολωνικό πολιτισμό, αλλά ενθάρρυνε και την αντίσταση ενάντια στον κομμουνισμό.
Η ανάδειξη του Καρόλ Βοϊτίλα, γνωστού ως Πάπα Ιωάννη Παύλου Β’, το 1978, υπήρξε μια καθοριστική στιγμή για την Πολωνία και τον καθολικό κόσμο. Ο Ιωάννης Παύλος Β’ ήταν ο πρώτος Πάπας που δεν προερχόταν από την Ιταλία για περισσότερους από τέσσερις αιώνες και η θητεία του συνδέθηκε άμεσα με την ενίσχυση του αγώνα για την πτώση του κομμουνισμού στην Πολωνία και την υπόλοιπη Ανατολική Ευρώπη.
Άλλωστε οι επισκέψεις του ποντίφικα στην Πολωνία κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, ενέπνευσαν τον λαό και ενδυνάμωσαν το κίνημα της «Αλληλεγγύης», το συνδικάτο των εργατικών σωματείων υπό την καθοδήγηση του Λεχ Βαλέσα (σ.σ. θα γινόταν ακολούθως πρόεδρος της χώρας το 1990-1995) που μετά από πολλούς αγώνες έφερε το τέλος της κομμουνιστικής κυριαρχίας.
Η πρώτη χώρα του ανατολικού μπλοκ που αποκτά μη κομμουνιστική κυβέρνηση
Ο κομμουνισμός στην Πολωνία κατέρρευσε το 1989, μια χρονιά που σηματοδότησε τη μετάβαση από το κομμουνιστικό σύστημα στην έναρξη της μεταπολιτευτικής περιόδου. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι αυτή η αλλαγή πραγματοποιήθηκε ειρηνικά, καθώς το καθεστώς του στρατηγού Βόιτσεχ Γιαρουζέλσκι, ο οποίος είχε αναλάβει την εξουσία το 1981 επιβάλλοντας μια δικτατορία σχετικά ήπιας μορφής (έπειτα από σιωπηρή συμφωνία μεταξύ Εκκλησίας και κομμουνιστών για να αποτραπεί μια σοβιετική εισβολή), επέλεξε να διαπραγματευτεί με το κίνημα της «Αλληλεγγύης» που προαναφέραμε, αντί να καταφύγει σε ένοπλες συγκρούσεις.
Ήταν η πρώτη χώρα του ανατολικού μπλοκ που αποκτούσε μια μη κομμουνιστική κυβέρνηση, ανοίγοντας τον δρόμο για τις εξελίξεις που ακολούθησαν και στα άλλα κράτη της περιοχής.
Όλοι γείτονές της «εξαφανίζονται»
Εάν κοιτάζαμε τον χάρτη το 1990, θα βλέπαμε ότι η Πολωνία συνόρευε δυτικά με τη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας, γνωστή ανεπίσημα ως «Ανατολική Γερμανία», νότια με την Τσεχοσλοβακία και ανατολικά με την Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατικών. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, κανένα από αυτά τα κράτη δεν θα υπήρχε.
- Η ΕΣΣΔ (Σοβιετική Ένωση) διαλύθηκε επίσημα τον Δεκέμβριο του 1991. Η διαδικασία είχε ξεκινήσει από το 1989 με την πολιτική που εφάρμοζε ο ρώσος πρόεδρος, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, (γκλάσνοστ και περεστρόικα) και κορυφώθηκε με τη δήλωση ανεξαρτησίας μιας πλειάδας Δημοκρατιών που απάρτιζαν την αχανή κομμουνιστική χώρα.
- Η Ανατολική Γερμανία επανενώθηκε με τη Δυτική Γερμανία τον Οκτώβριο του 1990, μετά από τέσσερις δεκαετίες διαίρεσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου (αν και επί της ουσίας αυτό που είχαμε ήταν η απορρόφηση της Ανατολικής Γερμανίας από τη Δυτική). Είχε προηγηθεί η πτώση του Τείχους του Βερολίνου τον Νοέμβριο του 1989, ένα γεγονός που θα συμβόλιζε και την κατάρρευση της παλαιάς τάξης πραγμάτων.
- Η Τσεχοσλοβακία διασπάστηκε ειρηνικά σε δύο ανεξάρτητα κράτη, την Τσεχία και τη Σλοβακία, την 1η Ιανουαρίου 1993, μια διαδικασία που είναι γνωστή ως «βελούδινη διάσπαση».
Σήμερα η Δημοκρατία της Πολωνίας συνορεύει στα βόρεια με τη Ρωσία (με την περιφέρεια του Καλίνινγκραντ) και τη Λιθουανία, ανατολικά με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία, στα νότια με τη Σλοβακία και την Τσεχία και στα δυτικά με τη Γερμανία. Από εκεί που είχε τρεις γείτονες, απέκτησε επτά…
Η δε ακτογραμμή της στη Βαλτική Θάλασσα συνορεύει με αυτή της Δανίας και της Σουηδίας. Για μια ακόμα φορά επιβεβαιώνεται πως η γεωγραφία και η ιστορία συμβαδίζουν, καθώς είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και αλληλοεπηρεάζονται στον μέγιστο βαθμό.