Σταθερή στην εκτίμησή της παρέμεινε η Fitch στην αξιολόγηση που δημοσίευσε το βράδυ της Παρασκευής, διατηρώντας για το ελληνικό αξιόχρεο την αξιολόγηση investment grade ΒΒΒ- με σταθερό outlook.
Ο οίκος αξιολόγησης αναμένει διατήρηση της υγιούς δημοσιονομικής πολιτική της κυβέρνησης το 2025 και το 2026.
«Η Ελλάδα έχει επιτύχει μια ισχυρή δημοσιονομική θέση μετά την πανδημία και τα ενεργειακά σοκ, με δημοσιονομικό έλλειμμα που εκτιμάται γύρω στο 1% του ΑΕΠ φέτος. Αυτό είναι ευνοϊκότερο από το τρέχον μέσο έλλειμμα των χωρών με αξιολόγηση «BBB» της τάξεως του 2,6% και χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ στο 3,1%. Τα έσοδα ενισχύονται με τη βελτίωση της είσπραξης φόρων, ενώ οι δαπάνες βρίσκονται υπό αυστηρό έλεγχο. Προβλέπουμε ότι το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα θα παραμείνει πάνω από το 2% του ΑΕΠ τουλάχιστον έως το 2026». αναφέρει η Fitch.
Μήνυμα για δημοσιονομική πειθαρχία
Αναλυτικά, ο οίκος αναφέρει ότι αναμένει συνέχιση της ισχυρής δημοσιονομικής πολιτικής και το 2025-6. Το φετινό έλλειμμα προϋπολογισμού αναμένεται περί το 1% του ΑΕΠ, σε επίπεδα χαμηλότερα από το μέσο έλλειμμα 2,6% για τις χώρες με αξιολόγηση ΒΒΒ και 3,1% που αποτελεί τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τα έσοδα ενισχύονται από τη βελτίωση στην είσπραξη φόρων, ενώ οι δαπάνες παραμένουν υπό αυστηρό κρατικό έλεγχο. Ο οίκος προβλέπει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα παραμείνει σε επίπεδα άνω του 2% του ΑΕΠ τουλάχιστον ως το 2026.
Όπως σημειώνει η Fitch, η δέσμευση της κυβέρνησης στη δημοσιονομική συνέπεια ενισχύθηκε πρόσφατα από το προσχέδιο προϋπολογισμού του 2025 και το μεσοπρόθεσμο σχέδιο που εκπονήθηκε σύμφωνα με το αναθεωρημένο δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ. Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να διατηρήσει το δημοσιονομικό έλλειμμα σημαντικά κάτω από το 3% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και να διασφαλίσει τη συνεχή μείωση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ, με βάση μια μέτρια πορεία αύξησης των πρωτογενών δαπανών, τη νέα βασική μεταβλητή στους ευρωπαϊκούς κανόνες. Η Fitch θεωρεί το σχέδιο εξυγίανσης αξιόπιστο.
Δημόσιο χρέος
Ο συνδυασμός σταθερών πρωτογενών πλεονασμάτων, χαμηλού και σταθερού επιτοκιακού κόστους και αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ γύρω στο 4% θα διασφαλίσει τη συνεχή μείωση του χρέους ως προς το ΑΕΠ. Το βασικό σενάριο του οίκου είναι ότι το χρέος θα μπορούσε να μειωθεί κάτω από το 140% του ΑΕΠ έως το 2028 από 164% στο τέλος του 2023 και κορύφωση στο 207% το 2020. Η Ελλάδα πέτυχε μία από τις μεγαλύτερες μειώσεις χρέους μετά την πανδημία στην Ευρώπη. Ωστόσο, το χρέος εξακολουθεί να είναι σχεδόν τρεις φορές υψηλότερο από τα μέσα επίπεδα χωρών με «BBB», στο 56%, και πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης του 90%.
Χαμηλοί κίνδυνοι χρηματοδότησης
Το ευνοϊκό προφίλ χρέους της χώρας – μακροχρόνιες μέσες λήξεις 19 ετών με ευνοϊκά επιτόκια και μεγάλα ταμειακά αποθέματα (47 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο 2024) – μειώνει σημαντικά τους κινδύνους και λειτουργεί ως αποθεματικό έναντι μελλοντικών κραδασμών. Σε αυτό το ευνοϊκό πλαίσιο, ο οίκος επισημαίνει ότι αναμένει ομαλή μετάβαση στη χρηματοδότηση από τις αγορές. Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 12 δισ. ευρώ (5,5% του ΑΕΠ) λόγω της αναταξινόμησης του αναβαλλόμενου επιτοκίου των δανείων του EFSF. Η αναταξινόμηση αύξησε επίσης το τεκμαρτό επιτόκιο του αποθέματος χρέους κατά περίπου 20 μ.β. από 1,3% σε περίπου 1,5%, πολύ χαμηλότερα από την ονομαστική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Ανάπτυξη
Ο οίκος προβλέπει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,4% το 2025, παρόμοια με το 2024 και το 2023. Η ανάπτυξη στηρίζεται από τη σταθερή επιτάχυνση των επενδύσεων και τη μέτρια αύξηση της κατανάλωσης, που υποστηρίζεται από τις αυξήσεις των πραγματικών μισθών και την περαιτέρω πτώση της ανεργίας. Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 9,3% τον Σεπτέμβριο, το χαμηλότερο από το 2009 και ο πληθωρισμός σταθεροποιήθηκε γύρω στο 3% τους τελευταίους μήνες. Το Ταμείο Ανάκαμψης έχει υποστηρίξει επενδύσεις, με την Ελλάδα να επιτυγχάνει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά απορρόφησης της συνιστώσας της επιχορήγησης μεταξύ των μελών της ΕΕ. Ο οίκος αναμένει θετικές επιπτώσεις από το RRF στις ιδιωτικές επενδύσεις και την κατανάλωση.
Τα “σήματα” κινδύνου
Ωστόσο, όπως αναφέρει ο οίκος, παρά τις πρόσφατες σταθερές επιδόσεις ανάπτυξης, η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει σημάδια από τις κρίσεις χρέους: ο δείκτης επενδύσεων, στο 15,6% του ΑΕΠ εξακολουθεί να είναι χαμηλός σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ και το επίπεδο του ΑΕΠ είναι σχεδόν 20 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το ανώτατο όριο του 2007. H Fitch αναμένει ότι η οικονομική ανάπτυξη θα παραμείνει σε σταθερή τροχιά της τάξης του 2% μεσοπρόθεσμα, πάνω από τον ρυθμό ανάπτυξης της ευρωζώνης.
Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
Επίσης ο οίκος εστιάζει, στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ήταν 6,3% του ΑΕΠ το 2023, σημαντικά υψηλότερο από το διάμεσο «BBB» του 0,3%. Μειώθηκε το 2023 από 10,3% του ΑΕΠ το 2022, λόγω χαμηλότερων τιμών στα βασικά εμπορεύματα, αλλά η βελτιωτική τάση δεν συνεχίστηκε το α’ εξάμηνο του 2024. Τα έσοδα από τον τουρισμό επιβραδύνθηκαν την καλοκαιρινή περίοδο αιχμής, αντανακλώντας πιθανώς τη συνολική αδυναμία της ευρωπαϊκής ζήτησης.
Οι τράπεζες
Η Fitch αναβάθμισε τις αξιολογήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών κατά μία βαθμίδα τον Σεπτέμβριο, με θετικές προοπτικές. Αυτό αντανακλά τις προσδοκίες για περαιτέρω βελτιώσεις στο λειτουργικό περιβάλλον της Ελλάδας και στο πιστωτικό προφίλ των τραπεζών. Οι ελληνικές τράπεζες διατηρούν υψηλή ρευστότητα και ισχυρή κερδοφορία, υποστηριζόμενες από υψηλότερα επιτόκια, την ολοκλήρωση της αναδιάρθρωσης και την εκκαθάριση των ισολογισμών.
Ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου 19,1% στο τέλος Ιουνίου 2024 πλησιάζει τον μέσο όρο της ευρωζώνης του 20,1%. Ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (τέλος Ιουνίου 2024: 6,4%) θα μειωθεί περαιτέρω το β’ εξάμηνο του 24-2025 λόγω ενός συνδυασμού οργανικών ενεργειών, μικρών πωλήσεων χαρτοφυλακίου και αύξησης των δανείων, επισημαίνει.
Τα DTC
Ως απότοκο της κρίσης εξακολουθεί να υπάρχει μια στενή σχέση μεταξύ του κράτους και των τραπεζών λόγω του μεγάλου μεριδίου των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC, 12,5 δισεκατομμύρια ευρώ, 50% των κοινών μετοχών Tier 1 τον Ιούνιο του 2024) στο κεφάλαιο των τραπεζών.
Τα πρόσφατα σχέδια των τραπεζών να επιταχύνουν την απόσβεση των DTC αναμένεται να βοηθήσουν στην εξομάλυνση της κεφαλαιακής τους διάρθρωσης τα επόμενα χρόνια.
Η αναβάθμιση
Παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε αρνητική αξιολόγηση/υποβάθμιση:
-Δημόσια οικονομικά: Ανανεωμένη ανοδική τάση του χρέους της γενικής κυβέρνησης/ΑΕΠ, για παράδειγμα, λόγω διαρθρωτικής δημοσιονομικής χαλάρωσης ή υλοποίησης σημαντικών υποχρεώσεων από την πλευρά του Δημοσίου.
-Μακροοικονομική/Εξωτερική: Σοβαρό δυσμενές σοκ που θα επηρεάσει το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της Ελλάδας ή/και θα επιδεινώσει τις εξωτερικές ανισορροπίες.
Παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε θετική αξιολόγηση ή αναβάθμιση:
-Δημόσια οικονομικά: Εμπιστοσύνη για περαιτέρω σημαντική μείωση του χρέους της γενικής κυβέρνησης προς το ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα, λόγω παρατεταμένων πρωτογενών πλεονασμάτων.
-Μακροοικονομική/Εξωτερική: Βελτίωση του μεσοπρόθεσμου αναπτυξιακού δυναμικού και των επιδόσεων, για παράδειγμα, λόγω υψηλότερων επενδύσεων ή/και εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Η κυβέρνηση
Αξίζει να σημειωθεί ότι το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης εξέφραζε συγκεκριμένη αισιοδοξία για κάτι καλύτερο, αλλά τελικά ο αμερικανικός οίκος επέλεξε τη στάση αναμονής.
Στην κυβέρνηση εκτιμούν πως οι γεωπολιτικές εντάσεις και η διεθνής αβεβαιότητα “φρέναραν” τον οίκο από το να επιβραβεύσει την Ελλάδα σε αυτή τη φάση.