Το γυναικείο σώμα δεν υπήρξε ποτέ απολύτως και άνευ όρων κτήμα της γυναίκας. Διαχρονικά, έχει αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου, κοινωνικών επιταγών και προτύπων ομορφιάς που καθορίζουν τι είναι αποδεκτό και τι όχι. Από τον κορσέ της βικτωριανής εποχής μέχρι τα φίλτρα του Instagram, η εικόνα της γυναίκας εξακολουθεί να διαμορφώνεται από εξωτερικές πιέσεις. Η ιστορία της γυναικείας καταπίεσης είναι μακρά, αλλά ο αγώνας για την αυτοδιάθεση συνεχίζεται.
Τα πρότυπα ομορφιάς και οι κοινωνικές επιβολές
Σε κάθε εποχή, τα πρότυπα ομορφιάς υπαγορεύουν στις γυναίκες πώς πρέπει να φαίνονται και τι να φορούν. Στην Κίνα το δέσιμο των ποδιών ήταν σύμβολο αριστοκρατίας και θηλυκότητας, προκαλώντας όμως πόνο, παραμόρφωση και αναπηρία. Στην Ευρώπη, οι κορσέδες διαμόρφωναν τη «σωστή» σιλουέτα, σφίγγοντας τις γυναίκες μέχρι λιποθυμίας και προκαλώντας μόνιμες βλάβες στη σπονδυλική στήλη.
Βέβαια, η επιβολή αυτών των προτύπων δεν σταμάτησε στις προηγούμενες εποχές. Στις αρχές του 20ού αιώνα, το ιδανικό γυναικείο σώμα μεταβαλλόταν συνεχώς: από την αγορίστικη φιγούρα των flappers της δεκαετίας του 1920, στις χυμώδεις καμπύλες της Μέριλιν Μονρόε το ’50 και στη σκελετωμένη σιλουέτα της Τουίγκι τη δεκαετία του ’60.
Η αντικειμενοποίηση του γυναικείου σώματος από τα ΜΜΕ
Η διαρκής αντικειμενοποίηση και σεξουαλικοποίηση του γυναικείου σώματος από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τον κινηματογράφο και τη διαφήμιση, έχει συμβάλλει σταθερά στη διαιώνιση στερεοτύπων και έμφυλων διακρίσεων που συνδέονται ακόμη και με τη βία κατά των γυναικών.
Οι διαφημίσεις και τα ΜΜΕ έχουν τη δύναμη να καθορίζουν τι θεωρείται κοινωνικά αποδεκτό και να επηρεάζουν το υποσυνείδητο εκατομμυρίων ανθρώπων.
Για παράδειγμα, στη δεκαετία του 1990, το πρότυπο της «ηρωινομανούς κομψότητας» (heroin chic) με πρωταγωνίστρια την Κέιτ Μος επανέφερε την εξαιρετικά αδύνατη φιγούρα ως ιδανικό, με όλες τις συνέπειες που είχε αυτό στην ψυχική και σωματική υγεία πολλών γυναικών.
Στη διαφήμιση, η γυναικεία εικόνα προβάλλεται ακόμα και σήμερα ως εικόνα υποταγής και παθητικότητας. Η στάση του σώματος, η έκφραση του προσώπου και η θέση της γυναίκας σε σχέση με τον άνδρα σε μια διαφημιστική καμπάνια στέλνουν σαφή μηνύματα υποτέλειας. Στήθος, πόδια, οπίσθια απομονώνονται και χρησιμοποιούνται ως εργαλεία πώλησης προϊόντων, απογυμνώνοντας τη γυναίκα από την προσωπικότητά της και υποβιβάζοντάς την σε αντικείμενο.
Σήμερα, αν και το κίνημα του body positivity προσπαθεί να προωθήσει την αποδοχή κάθε σωματότυπου, οι κοινωνικές επιβολές εξακολουθούν να είναι ισχυρές. Τα φίλτρα των social media, τα πρότυπα των influencers και η διαρκής σύγκριση με «τέλειες» εικόνες δημιουργούν νέες ανασφάλειες, αποδεικνύοντας πως η μάχη ενάντια στις επιβεβλημένες νόρμες ομορφιάς είναι μακροχρόνια και ατελείωτη.
Η αυτοδιάθεση ως διαρκής διεκδίκηση
Η αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος αποτελεί μία από τις πιο θεμελιώδεις διεκδικήσεις στο πλαίσιο των γυναικείων δικαιωμάτων. Από το δικαίωμα στην άμβλωση και την αντισύλληψη έως την επιλογή για την εμφάνιση και την εργασία, το γυναικείο σώμα παραμένει πεδίο πολιτικής και κοινωνικής αντιπαράθεσης.
Αν και νομικά κατοχυρωμένο σε πολλές χώρες, το δικαίωμα των γυναικών να αποφασίζουν για το σώμα τους δεν είναι δεδομένο. Η ανατροπή της απόφασης Roe v. Wade στις ΗΠΑ το 2022 έδειξε ότι ακόμη και θεμελιωμένα δικαιώματα μπορούν να αναιρεθούν. Παράλληλα, σε πολλές περιοχές του κόσμου, οι γυναίκες εξακολουθούν να στερούνται πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες αναπαραγωγικής υγείας και σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης.
Η μητρότητα είναι επιλογή
Ένα ακόμη κρίσιμο ζήτημα είναι η μητρότητα ως επιλογή. Οι κοινωνικές πιέσεις κάνουν πολλές γυναίκες να αισθάνονται ότι η τεκνοποίηση είναι υποχρεωτική. Δεν είναι. Το αν θα κάνει μία γυναίκα παιδί και πότε είναι καθαρά δική της απόφαση. Ταυτόχρονα, οι εργαζόμενες μητέρες αντιμετωπίζουν άνιση μεταχείριση στον εργασιακό χώρο αλλά και κριτική ως μητέρες.
Το ζήτημα της αυτοδιάθεσης είναι βαθιά κοινωνικό. Τα πρότυπα ομορφιάς, η σεξουαλικοποίηση του γυναικείου σώματος και η πατριαρχική κουλτούρα συνεχίζουν να διαμορφώνουν αντιλήψεις για το τι επιτρέπεται και τι όχι. Από τις πιέσεις για το πώς πρέπει να ντύνονται μέχρι τη διαρκή αμφισβήτηση της συναίνεσης, οι γυναίκες αναγκάζονται να διεκδικούν δικαιώματα που θα έπρεπε να θεωρούνται αυτονόητα.
Κινήματα όπως το #MeToo και το Body Positivity προσπαθούν να αναδείξουν τη σημασία της αυτοδιάθεσης, απαιτώντας την αποδοχή και το σεβασμό της γυναικείας επιλογής.