Οικονομία

Κρουαζιέρα: Νέο ρεκόρ στις αφίξεις το 2024

Πάνω από 1 εκατ. επιβάτες κρουαζιέρας επιπλέον αναμένεται να φτάσουν φέτος στη χώρα μας ξεπερνώντας τα 8 εκατ., σπάζοντας κάθε ρεκόρ. Οι προβλέψεις γίνονται με βάση τα στοιχεία των προκρατήσεων των κρουαζιερόπλοιων στα ελληνικά λιμάνια για το 2024, με εκτιμήσεις για αύξηση γύρω στο 10% στις αφίξεις και γύρω στο 15% στον αριθμό των επιβατών που αναμένονται φέτος στα λιμάνια μας.

Το 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ενωσης Λιμένων Ελλάδος (ΕΛΙΜΕ), αποτέλεσε μια εκπληκτική χρονιά για την κρουαζιέρα στη χώρα μας, ξεπερνώντας κάθε ιστορικό προηγούμενο στις συνολικές αφίξεις επιβατών. Ειδικότερα, σε 49 ελληνικά λιμάνια οι συνολικές αφίξεις κρουαζιερόπλοιων ανήλθαν σε 5.230 και ο αριθμός των επιβατών σε 7.003.150. Αυτό σημαίνει επιπλέον 450 αφίξεις πλοίων με 2.373.500 επιβάτες έναντι του 2022. Αντίστοιχα, σε ποσοστιαία βάση, το 2023 έναντι του 2022 είχαμε αύξηση 9,41% στις προσεγγίσεις κρουαζιερόπλοιων και αύξηση 51,26% στον αριθμό των επιβατών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το προηγούμενο καταγεγραμμένο ιστορικό ρεκόρ αφίξεων σημειώθηκε το 2011, με 5.261 προσεγγίσεις κρουαζιερόπλοιων και 6.121.360 επιβάτες, και πλέον σημειώνεται νέο ρεκόρ ως προς τον αριθμό των επιβατών με αύξηση κατά 14,4% από το 2011.

Η αγορά της κρουαζιέρας στη χώρα μας αποτελεί σημαντική παράμετρο ανάπτυξης τόσο για τις τοπικές κοινωνίες όσο και για την εθνική οικονομία. Οπως επισημαίνει στα «ΝΕΑ» η εκπρόσωπος στην Ελλάδα της παγκόσμιας ένωσης εταιρειών κρουαζιέρας (CLIA) Μαρία Δεληγιάννη, το 2022 τα συνολικά έσοδα για την ελληνική οικονομία από τον κλάδο ξεπέρασαν τα 1,4 δισ. ευρώ έναντι 1,1 δισ. ευρώ έναν χρόνο πριν. Τα μεγέθη για το 2023 αναμένεται να είναι ακόμη μεγαλύτερα, όπως και για το 2024.

Για το τι σημαίνει η κρουαζιέρα για την τοπική οικονομία των προορισμών αρκεί να ληφθεί υπόψη ότι στη Μύκονο έφτασαν το 2023 επιπλέον 506.904 επιβάτες (+73,90%), στη Σαντορίνη 472.366 (+57,15%), στο Κατάκολο 139.360 (+55,57%) κ.λπ.

Ο Πειραιάς. Πρωτοπόρος σε σχέση με τον αριθμό των επιβατών κρουαζιέρας αναδεικνύεται για μία ακόμη χρονιά ο Πειραιάς με περίπου 1.500.000 επιβάτες (619.514 επιβάτες περισσότεροι σε σύγκριση με το 2022, άνοδος 70,37%) και ακολουθούν η Σαντορίνη με 1.298.968 επιβάτες, η Μύκονος με 1.192.822 επιβάτες και στη συνέχεια η Κέρκυρα, η Ρόδος, το Κατάκολο και το Ηράκλειο.

Αναφορικά με τις προσεγγίσεις πλοίων, η Σαντορίνη παίρνει την πρώτη θέση με 800 προσεγγίσεις, ακολουθούν ο Πειραιάς με 760, η Μύκονος με 749 και στη συνέχεια η Ρόδος, η Κέρκυρα, το Ηράκλειο και η Πάτμος.

Η έκρηξη στην αγορά κρουαζιέρας οφείλεται, όπως σημειώνει ο πρόεδρος της Ενωσης Εφοπλιστών Κρουαζιέρας και Φορέων Ναυτιλίας (ΕΕΚΦΝ) Γιώργος Κουμπενάς, στο γεγονός ότι η Ελλάδα είναι πλέον ένας πολύ δημοφιλής προορισμός. Επίσης ορισμένα νησιά μας ευνοήθηκαν από τις τροποποιήσεις των δρομολογίων των κρουαζιερόπλοιων λόγω της σύγκρουσης στη Γάζα. Πολλές εταιρείες ακύρωσαν τις προσεγγίσεις σε Ισραήλ, Αίγυπτο και Τουρκία και συμπλήρωσαν τα κενά με προσεγγίσεις σε ελληνικά λιμάνια, καθώς η χώρα μας θεωρείται ασφαλής προορισμός, εξηγεί ο Γ. Κουμπενάς.

Ο ίδιος εκτιμά ότι η κρουαζιέρα θα έχει ανοδική εξέλιξη στη χώρα μας τα επόμενα χρόνια και για τον λόγο αυτό επείγει η λήψη μέτρων για την καλύτερη διαχείριση των προσεγγίσεων των πλοίων και την ενίσχυση των υποδομών, έτσι ώστε να μεγιστοποιηθούν και τα οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες και την ελληνική οικονομία στο σύνολό της.

Για τον λόγο αυτό, τόσο η ΕΕΚΦΝ όσο και η CLIA έχουν συνεχείς επαφές με τοπικούς παράγοντες, ιδιαίτερα στους πλέον δημοφιλείς προορισμούς (Μύκονος, Σαντορίνη κ.λπ.), προκειμένου από κοινού με τους φορείς να σχεδιάσουν μέτρα διαχείρισης των αφίξεων κρουαζιερόπλοιων και επιβατών.

Για το 2024 η παγκόσμια αγορά κρουαζιέρας αναμένει νέα αύξηση του αριθμού των επιβατών, σύμφωνα με τη Μ. Δεληγιάννη. Η CLIA εκτιμά ότι το 2024 τα κρουαζιερόπλοια θα φιλοξενήσουν πάνω από 35 εκατ. επιβάτες, από 31,5 εκατ. πέρυσι. Η κρουαζιέρα γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλής τρόπος διακοπών και αυτό επιβεβαιώνεται από το ότι προσελκύει και νεότερους, με τη μέση ηλικία των επιβατών να έχει μειωθεί στα 45½ χρόνια.

To Top