Οικονομία

“Λαχανιάζει” η οικονομία – Τα δύο “σημεία” αιχμής

Εξαγωγές και επενδύσεις είναι τα δύο σημεία “κλειδιά”, που πρέπει να ενσκήψει το οικονομικό επιτελείο, ώστε η χώρα να “κλειδώσει” ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, που είναι απαραίτητοι για να καλύψει το κενό που τη χωρίζει από την ΕΕ.

Όπως ανέφερε ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Καθηγητής Νίκος Βέττας,  με αφορμή την παρουσίαση την έκθεσης του Ινστιτούτου για πορεία της ελληνικής οικονομίας για το β’ τρίμηνο του έτους, η χώρα για να διατηρήσει τους ρυθμούς ανάπτυξης του 2% ή και περισσότερο για να συγκλίνει με την Ευρώπη θα πρέπει να εντείνει τα βήματά της.

Επενδύσεις

Μάλιστα ο ίδιος σημείωσε, ότι μετά την πανδημία η οικονομία μπήκε σε μια τροχιά ανάκτησης του χαμένου εδάφους, ωστόσο τώρα “λαχανιάζει” και απαιτείται νέα πνοή. Τόνισε, δε, τη σημασία των επενδύσεων στο νέο παραγωγικό υπόδειγμα.  Όπως είπε, οι επενδύσεις είναι κομβικές για την ελληνική οικονομία τόσο βραχυχρόνια όσο και μακροχρόνια. Βραχυχρόνια, ορισμένοι παράγοντες που στήριξαν την άνοδο της κατανάλωσης και των εξαγωγών φθίνουν και προκειμένου να διατηρηθεί ο ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας πρέπει να καταγραφεί υψηλός ρυθμός αύξησης επενδύσεων.

Επεσήμανε, δε, ότι το συσσωρευμένο επενδυτικό κενό παραμένει μεγάλο. Για να επιτευχθούν υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης μακροχρόνια, όμως, υπογράμμισε ότι είναι προϋπόθεση οι επενδύσεις στη χώρα να αυξάνονται με πολλαπλάσιο ρυθμό από αυτό της υπόλοιπης οικονομίας.

Εξαγωγές

Μάλιστα, όπως είπε, το μείγμα των επενδύσεων έχει υψηλή σημασία μεσοπρόθεσμα, ώστε να υποστηρίζουν πρωτίστως εξαγωγικές δραστηριότητες και νέα παραγωγή, με καινοτομία. 

Ο κ. Βέττας χαρακτήρισε ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη τη μείωση των εξαγωγών αγαθών, παρά το γεγονός ότι η εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας διευρύνθηκε και μαζί του επιδεινώθηκε περαιτέρω το εμπορικό έλλειμμα της χώρας. Μάλιστα, τα στοιχεία που κατέθεσε το ΙΟΒΕ δείχνουν ότι η εγχώρια προστιθέμενη αξία  των εξαγωγών της χώρας μας είναι χαμηλότερη του μέσου όρου της ΕΕ και ότι μάλιστα η απόκλιση μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ διευρύνθηκε μετά το 2015.

“Σε σχέση με το μέσο όρο της  ΕΕ οι εξαγωγές μας έχουν μικρότερη προστιθέμενη αξία. Το εξετάσαμε με ανάλυση των δεδομένων από το 1995. Κάθε μια μονάδα κατά μέσο όρο έχει μικρότερη καθαρή αξία σε σχέση με την ΕΕ και μάλιστα το κενό μετά το 2015 γινεται μεγαλυτερο” τόνισε.

Υπενθυμίζεται ότι οι εξαγωγές για τη περίοδο Ιανουάριος- Μάιος 2024 είναι μειωμένες κατά 4,5%, δηλαδή 983,6 εκατ. ευρώ , συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του 2023, με την αξία τους να φτάνει τα 20.970,7 εκατ. ευρώ Αντίθετα, οι ελληνικές εισαγωγές είναι αυξημένες κατά 2,6%, δηλαδή 899,9 εκατ. ευρώ και διαμορφώνονται σε 35.390,7 εκατ. ευρώ.

Για να ενισχυθεί πάντως η προσπάθεια αλλαγής “ρότας” της λαχανιασμένη οικονομίας ο κ. Βέττας ανέφερε ότι θα πρέπει να ενισχυθεί η προσπάθεια για σταθεροποίηση ενός ευνοϊκού ρυθμιστικού και φορολογικού πλαισίου και η υποβοήθηση της ανάπτυξης ανθρώπινου κεφαλαίου.

Καθοριστική, όπως είπε ο επικεφαλής του ΙΟΒΕ, είναι η διαμόρφωση των συνθηκών για περαιτέρω μείωση της ανεργίας και ενίσχυση του εργατικού δυναμικού. Η σταδιακή μετατόπιση της παραγωγής προς υψηλότερη αξία είναι ο μόνος τρόπος να επιτευχθεί υψηλή ευημερία στη χώρα τα επόμενα χρόνια, σημείωσε ο κ. Βέττας εστιάζοντας, παράλληλα και στο διεθνές περιβάλλον, που καθώς παρουσιάζει έντονες οικονομικές και γεωπολιτικές προκλήσεις, ενδέχεται να θέσει εμπόδια στην πορεία των εξαγωγών και των επενδύσεων.

Εν κατακλείδι, ο επικεφαλής του ΙΟΒΕ σημείωσε ότι η ελληνική οικονομία συμπληρώνει 50 χρόνια από τη μεταπολίτευση, κατά τη διάρκεια της οποίας καταγράφηκαν σημαντική πρόοδος αλλά και χαμένες ευκαιρίες. Τα εισοδήματα μεγεθύνθηκαν, οι ανισότητες μειώθηκαν, η αξία των περιουσιών αυξήθηκε, οι υποδομές βελτιώθηκαν. Η ενσωμάτωση στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς συνέβαλε στην ενίσχυση της σταθερότητας. Όμως, όπως τόνισε ο κ. Βέττας, καταγράφηκε υστέρηση του ρυθμού ανάπτυξης συγκριτικά με τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες και διευρυμένος δημόσιος δανεισμός, ενώ τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της μεγέθυνσης δεν διασφαλίζουν ισχυρή ανάπτυξη μακροπρόθεσμα.

Έχοντας ισορροπήσει σε συνέχεια θετικών περιόδων αλλά και περιόδων βαθιάς κρίσης, σύμφωνα με τον κ. Βέττα, η οικονομία μας βρίσκεται μπροστά στην πρόκληση της ενδυνάμωσης των ρυθμών μεγέθυνσης. Αυτό απαιτεί ενίσχυση της παραγωγικότητας, προτεραιότητα η οποία μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από παραγωγικές επενδύσεις σε φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο.

 Οι προβλέψεις

Για το 2024, το ΙΟΒΕ εκτιμά ετήσια ανάπτυξη +2,1%, οριακά υψηλότερη έναντι του 2023, με ώθηση από την ενίσχυση των επενδύσεων (+14,1%, πάγιες επενδύσεις +9,7%) και την ανθεκτική στις πληθωριστικές πιέσεις κατανάλωση των νοικοκυριών (+1,3%, συνολική κατανάλωση +0,9%). Στον εξωτερικό τομέα, αναμένεται επιδείνωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, με τις εισαγωγές σε σταθερές τιμές να αυξάνονται ετησίως κατά +1,8% και τις εξαγωγές να μειώνονται οριακά κατά -0,4%. Σημαντικοί κίνδυνοι απορρέουν από τη σφιχτότερη δημοσιονομική πολιτική, την επιδείνωση του εξωτερικού ισοζυγίου, τη διατήρηση του πληθωρισμού και της αβεβαιότητας σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.

To Top