Απορία δημιουργούν στους ευρωπαίους πολίτες, αλλά και σε πολλές ηγεσίας τα μηνύματα, συχνά αντιφατικά, που εκπέμπουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί σε μια περίοδο με μεγάλες διεθνείς προκλήσεις, με αφορμή τα όσα συνέβησαν σε Eurogroup και Ecofin τις μέρες που προηγήθηκαν. Ο λόγος για την επαναφορά της λογικής της λιτότητας, σε μια συγκυρία όμως, που το σκηνικό στον κόσμο αλλάζει και απαιτεί κινήσεις ώστε η Ευρώπη να παραμείνει οικονομική δύναμη, χωρίς να χάσει τις παραγωγικές της δυνάμεις, απέναντι στον εντεινόμενο διεθνή ανταγωνισμό.
Έτσι, από τη μια η Ευρωπαϊκή Ένωση βλέπει την “επέλαση” Τραμπ στην ηγεσία της άλλης πλευράς του Ατλαντικού, με μια “ατζέντα” άκρως προστατευτική για την οικονομία και τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ, με άρνηση της κλιματικής κρίσης, (αν ληφθεί υπόψη η κεντρική θέση του υποψηφίου Αντιπροέδρου Γερουσιαστή Βανς), την Κίνα και την Ινδία να στηρίζουν τις οικονομικές τους οντότητες, με ένταση των ενισχύσεων κι από την άλλη, η ίδια η ΕΕ σε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων, εμμένει σε λογικές λιτότητας, που ουσιαστικά “φρενάρουν” την ανάπτυξη, αλλά παράλληλα αναζητά το πώς θα βρει “καύσιμα” για σπρώξει την Ευρωπαϊκή οικονομία. Να σημειωθεί απλά ότι η παγκόσμια συνεισφορά της Ευρωπαϊκή οικονομία μπορεί να παραμένει ισχυρή, ωστόσο, ένεκα της επιβράδυνσης των ρυθμών ανάπτυξης, συρρικνώνεται δημιουργώντας εύλογη ανησυχία για τα
“ανακλαστικά” που υπάρχουν.
Η λιτότητα
Στο σκηνικό αυτό, πάντως, ξεκάθαρο μήνυμα για “σφιχτές” πολιτικές έστειλαν οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης, που δεσμεύτηκαν στο Eurogroup της Δευτέρας (15/7) να μειώσουν τις δαπάνες το επόμενο έτος προκειμένου να περιορίσουν τον δανεισμό έπειτα από χρόνια «σπατάλης» για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών μέσω της πανδημίας του Covid και της ενεργειακής κρίσης. Έτσι, όμως, πώς θα στείλουν μηνύματα στους πολίτες για την επόμενη αναπτυξιακή ημέρα της ΕΕ, ειδικά, μάλιστα, όταν σε ένα κομμάτι της, τη ΝΑ Ευρώπη, άλλο ένα πρόβλημα έχει ενσκήψει, αυτό των υψηλών τιμών,
Σύμφωνα, έτσι, με ανακοίνωση του Eurogroup οι υπουργοί συμφώνησαν ότι «μια σταδιακή και διαρκής δημοσιονομική εξυγίανση στη ζώνη του ευρώ εξακολουθεί να είναι απαραίτητη», δεδομένης της ανάγκης να «μειωθούν τα υψηλά επίπεδα του ελλείμματος και του χρέους». Η δέσμευση αυτή έρχεται καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση εισάγει νέους δημοσιονομικούς κανόνες που θα υποχρεώνουν τα κράτη μέλη να περικόψουν τις δαπάνες ή να αυξήσουν τους φόρους στα σχέδια προϋπολογισμού τους, προκειμένου να ισοσκελίσουν τους δημόσιους λογαριασμούς από το επόμενο έτος. Το έργο θα είναι ιδιαίτερα επείγον στις υπερχρεωμένες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, όπου οι πρόωρες εκλογές έφεραν ένα κοινοβούλιο με αδιέξοδο. Πολιτικά κόμματα με επεκτατικές πολιτικές φορολόγησης και δαπανών διεκδικούν να σχηματίσουν την επόμενη κυβέρνηση στο Παρίσι, γεγονός που μπορεί να προμηνύσει δύσκολες συνομιλίες με τους ευρωπαίους εταίρους.
Μάλιστα, ο πρόεδρος του Eurogroup Πασκάλ Ντόνοχιου δήλωσε ότι η δημοσιονομική προσπάθεια που απαιτείται θα είναι πιο απαιτητική από ό,τι είχαν αρχικά προβλέψει οι κυβερνήσεις την άνοιξη, αλλά δήλωσε ότι οι πρωτεύουσες θα μπορούσαν να μειώσουν τους προϋπολογισμούς τους με τη σταδιακή κατάργηση της στήριξης.
Το μήνυμα του Υπ. Οικονομικών
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η ανακοίνωση του Υπ. Εθνικής Οικονομίας Οικονομικών το πλαίσιο της συνεδρίασης υιοθετήθηκε κοινή δήλωση του Eurogroup για τον δημοσιονομικό προσανατολισμό της ευρωζώνης στην οποία επισημαίνεται ότι η απαραίτητη εξυγίανση στα δημόσια οικονομικά των κρατών μελών θα πρέπει να γίνει με τρόπο που να μη θίγει την ανάπτυξη, ενώ παράλληλα θα πρέπει να ενισχύει την παραγωγικότητα και να διατηρεί ή να αυξάνει τις επενδύσεις, οι οποίες παραμένουν ουσιαστικές για μια ανταγωνιστική, δυναμική και ανθεκτική οικονομία.
Στην παρέμβασή του, δε, ο υπουργός κ. Κωστής Χατζηδάκης ανέφερε ότι η Ελλάδα συμφωνεί με το περιεχόμενο της κοινής δήλωσης η οποία είναι ισορροπημένη επισημαίνοντας ότι κανείς δεν αμφισβητεί την ανάγκη άσκησης μιας σοβαρής δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε να αποφευχθεί «υπερβάλλουσα προσαρμογή» η οποία εν τέλει θα βλάψει την οικονομία, υπογραμμίζοντας την ιδιαίτερη σημασία των επενδύσεων.
Όπως αναφέρεται, στη συζήτηση που έγινε στο πλαίσιο του Eurogroup για τη λεγόμενη έκθεση Λέττα που αφορά στη ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ο κ. Χατζηδάκης σημείωσε ότι «αν η Ευρώπη θέλει παραπάνω επενδύσεις πρέπει να έχει και αντίστοιχα υψηλές φιλοδοξίες. Να μη μένει απλώς στις διακηρύξεις και στις εκθέσεις. Όσο καθυστερούμε αυτό αποβαίνει εις βάρος μας».
Οι άξονες δράσεις και οι προτάσεις της Ελλάδας
Στη συζήτηση για το συγκεκριμένο θέμα ο πρώην Πρωθυπουργός της Ιταλίας κ. Enrico Letta παρουσίασε τα βασικά συμπεράσματα της πρόσφατης έκθεσής του για το μέλλον της κοινής αγοράς. Στην παρέμβασή ο κ. Χατζηδάκης εστίασε στην ανάγκη τόνωσης, τόσο των ιδιωτικών όσο και των δημοσίων επενδύσεων και ανέπτυξε τις βασικές παραμέτρους που μπορεί να συμβάλουν σε αυτό το στόχο:
- Προώθηση της ενοποίησης των κεφαλαιαγορών προς την κατεύθυνση της δημιουργίας μιας πραγματικής Ένωσης Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων – όπως προτείνει η έκθεση Λέττα.
- Ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης, με εγγύηση των καταθέσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η οποία θα συμβάλει άμεσα και έμμεσα στην ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων.
- Ευρωπαϊκή πολιτική δημόσιων προμήθειών, όπου αυτό είναι δυνατόν, με βάση τις κοινές προμήθειες που έγιναν πρόσφατα για τα εμβόλια και το φυσικό αέριο. Αυτή η πολιτική θα μειώσει το κόστος και θα ενισχύσει τη δυναμική της ευρωπαϊκής οικονομίας.
- Περαιτέρω χρήση και ανάπτυξη της πρωτοβουλίας «Σημαντικά Έργα Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος» ώστε να ενισχυθεί η χρηματοδότηση επενδύσεων σε στρατηγικούς σημασίας τομείς όπως η δημιουργία ενεργειακών δικτύων ιδίως ηλεκτρισμού καθώς και η άμυνα (πχ. το ευρωπαϊκό σύστημα αεράμυνας). Σημειώνεται εδώ ότι η δημιουργία διευρωπαϊκών δικτύων ηλεκτρισμού θα συμβάλει στη μείωση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας.
- Πιο ενεργή συμμετοχή των εθνικών συνταξιοδοτικών ταμείων στις κεφαλαιαγορές, ώστε να βελτιωθεί η αξιοποίηση των κεφαλαίων τους, με τις απαραίτητες φυσικά εγγυήσεις σωστής διακυβέρνησης και βιωσιμότητας.
- Επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο, ώστε να διευκολυνθεί η διάχυση νέων γνώσεων και τεχνολογιών, βασική προϋπόθεση για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.
Στο φόντο αυτό, πάντως, έντονο ενδιαφέρον έχει και η συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας όπου θα δοθούν τα “σήματα” για την πορεία των επιτοκίων μετά το καλοκαίρι. Αγορές και οικονομολόγοι αναμένουν η κεντρική τράπεζα να διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια και η προσοχή τους θα είναι στραμμένη στην Κριστίν Λαγκάρντ για αν αναζητήσουν ενδείξεις σχετικά με τις προοπτικές για την απόφαση της 12ης Σεπτεμβρίου.