Ο Ρομέλου Λουκάκου αναφέρθηκε στην κακή ψυχολογική κατάσταση που είχε μετά τον αποκλεισμό του Βελγίου στο Μουντιάλ του 2022, αποκαλύπτοντας μάλιστα, ότι σκέφτηκε να αποχωρήσει από την εθνική.
Ο Ρομέλου Λουκάκου μίλησε στο podcast “Friends of Sport” για την απογοήτευσή του στο Μουντιάλ στο Κατάρ το 2022 και τη σκέψη του να σταματήσει από την εθνική Βελγίου.
Ο 31χρονος επιθετικός της Νάπολι αναφέρθηκε στην κακή ψυχολογική κατάσταση που βρέθηκε, δηλώνοντας ωστόσο, ότι σήμερα επιθυμεί να επιστρέψει ξανά στους Κόκκινους Διαβόλους (εκτός αποστολής στα 4 ματς του Nations League).
“Ελπίζω να μπορέσω να βρω ξανά το πάθος του να παίζω για το Βέλγιο, η φωτιά με καίει ξανά για τους Κόκκινους Διαβόλους. Ο επόμενος στόχος είναι το Παγκόσμιο Κύπελλο σε δύο χρόνια και τώρα φαίνεται ακόμα πολύ μακριά.
Θέλω πολύ να επιστρέψω στην εθνική και να αναλάβω ηγετικό ρόλο. Αλλά δεν μπορείς να περιμένεις να είμαι χαρούμενος αν δεν νικήσουμε.
Αυτό είναι το μόνο πράγμα που λείπει από αυτή την ομάδα: οι νέοι έχουν ήδη κάνει πολύ δρόμο, αλλά, όσον αφορά τη νοοτροπία του νικητή, μπορούν να τα πάνε πολύ καλύτερα. Αυτό μπορώ να τους διδάξω”.
Θυμίζουμε ότι ο Λουκάκου ήταν ο μοιραίος ποδοσφαιριστής για το Μουντιάλ 2022 στον “τελικό” του 6ου ομίλου του Μουντιάλ 2022 κόντρα στην Κροατία, καθώς απέτυχε να σκοράρει από τη μικρή περιοχή σε πολλές ευκαιρίες που του παρουσιάστηκαν.
Αναφερόμενος στο Μουντιάλ του 2022 είπε: “Ήθελα να είμαι εκεί για τη χώρα μου γιατί με χρειάζονταν ο προπονητής κι η ομάδα. Ήταν η πρώτη φορά μετά από 29 χρόνια που με άγγιξε το ποδόσφαιρο.
Ποτέ δεν σκέφτηκα την κατάθλιψη, αλλά έκλαιγα κάθε μέρα για εβδομάδες, ακόμη και στις διακοπές μου. Ο Τιερί Ανρί (τότε βοηθός του Ρομπέρτο Μαρτίνεθ) με έπαιρνε τηλέφωνο τρεις φορές την ημέρα.
Η μητέρα μου και τα παιδιά μου ήταν στο Μιλάνο, αλλά δεν είχα ενέργεια. Χρειαζόμουν να μείνω μόνος για λίγο. Όταν ήρθε ο Τεντέσκο ήθελα να σταματήσω. Αλλά μου είπε ότι με χρειαζόταν.
Πήγα λοιπόν σπίτι, μίλησα με την οικογένειά μου και μετά αποφάσισα να πάω. Μετά τους αγώνες στη Σουηδία και τη Γερμανία εξακολουθούσα να είχα αμφιβολίες”.