Οικονομία

Ο πληθωρισμός στην ανατολική ευρωζώνη

1697548809 Snea default

Από το 2021, ο πληθωρισμός στις χώρες της ζώνης του ευρώ στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη (EACEE) έχει ξεπεράσει σημαντικά εκείνον της ζώνης του ευρώ συνολικά. Οι διαφορές μειώθηκαν τους τελευταίους μήνες, αλλά παραμένουν υψηλές για τον δομικό πληθωρισμό, ο οποίος δεν περιλαμβάνει τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων.

Μέρος του λόγου για τον σχετικά υψηλό αρχικό πληθωρισμό στις χώρες της EACEE είναι η ευαισθησία τους σε πρόσφατους δυσμενείς παγκόσμιους κραδασμούς: διαταραχές στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, ανισορροπίες προσφοράς – ζήτησης μετά την πανδημία Covid-19, καθώς και οι συνέπειες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Αυτά τα σοκ έπληξαν όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Ωστόσο, ο αντίκτυπός τους ήταν ισχυρότερος στις χώρες της EACEE, εν μέρει λόγω ορισμένων διαρθρωτικών χαρακτηριστικών αυτών των οικονομιών.

Πρώτον, οι χώρες EACEE εμφανίζουν συνήθως υψηλότερη ενεργειακή ένταση παραγωγής από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, κυρίως λόγω των μεγαλύτερων ενεργοβόρων τομέων (π.χ. μεταποίηση και μεταφορές) και λιγότερων ενεργειακά αποδοτικών συσκευών και κτιρίων. Δεύτερον, το μερίδιο της ενέργειας και των τροφίμων στα καλάθια κατανάλωσής τους είναι υψηλότερο από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ. Τρίτον, οι περισσότερες από αυτές τις οικονομίες εξαρτώνταν σε μεγάλο βαθμό από τη ρωσική ενέργεια πριν από το ξέσπασμα του πολέμου, καθιστώντας τες πιο ευάλωτες σε διακοπές του ενεργειακού εφοδιασμού. Τέταρτον, αυτές οι χώρες είναι βαθιά ενσωματωμένες στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας (GVC), γεγονός που συνεπάγεται μεγαλύτερο αντίκτυπο από προκλήσεις στον εφοδιασμό.

Επίσης σε αυτές τις χώρες σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ συνολικά, οι ελλείψεις στην προσφορά εργασίας είναι εμφανείς, από τις λιγότερο ευνοϊκές εξελίξεις στο εργατικό δυναμικό και τον πληθυσμό σε ηλικία εργασίας. Αυτές οι τάσεις οφείλονται στις μεταναστευτικές εκροές νέων με υψηλή εξειδίκευση και στην ταχεία γήρανση του πληθυσμού.

Αυτές οι εξελίξεις δείχνουν την ανάγκη για ανάληψη δράσης πολιτικής. Δεδομένου ότι η ενιαία νομισματική πολιτική δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τέτοιες εξελίξεις σε συγκεκριμένες χώρες, οι εθνικές δημοσιονομικές και διαρθρωτικές πολιτικές είναι οι πλέον κατάλληλες για τον μετριασμό των πιθανών κινδύνων. Η ακριβής απάντηση της πολιτικής θα εξαρτηθεί από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κάθε χώρας.

Βραχυπρόθεσμα, μια αυστηρότερη δημοσιονομική πολιτική θα μπορούσε να συμβάλει στην άμβλυνση των πληθωριστικών πιέσεων που προέρχονται από την εγχώρια ζήτηση. Επιπλέον, διαρθρωτικές πολιτικές θα μπορούσαν να υποστηρίξουν την ανταγωνιστικότητα αυτών των οικονομιών, τη δυνητική ανάπτυξή τους και την ανθεκτικότητά τους σε μελλοντικούς κραδασμούς, για παράδειγμα ενισχύοντας τις επενδύσεις στην καινοτομία και το ανθρώπινο κεφάλαιο καθώς και ενισχύοντας την ευελιξία προσαρμογής.

Ο Ματέο Φαλαγκιάρντα είναι οικονομολόγος της ΕΚΤ. Το άρθρο αποτελεί μέρος ανάλυσης που δημοσιεύθηκε στο Blog της ΕΚΤ

To Top