Ευκαιρία ζωής θεωρούν πλέον όλο και περισσότεροι ξένοι επενδυτές, την απόκτηση κατοικίας στην Ελλάδα, καθώς ακόμα και μετά το «ράλι» των τελευταίων ετών, η χώρα μας παραμένει μία από τις φθηνότερες στην Ευρώπη. Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται και με βάση τα στοιχεία της Global Property Guide για το δεύτερο τρίμηνο του 2024.
Σύμφωνα με αυτά, η μέση τιμή πώλησης κατοικιών στην Αττική διαμορφώνεται σε 2.120 ευρώ/τ.μ. Πρόκειται για την τέταρτη φθηνότερη αγορά, πίσω μόνο από το Βουκουρέστι στη Ρουμανία (1.632 ευρώ/τ.μ.), την Σόφια της γειτονικής Βουλγαρίας (1.650 ευρώ/τ.μ.) και την Ποντγκόριτσα του Μαυροβουνίου (1.763 ευρώ/τ.μ.).
Την ίδια στιγμή, οι τιμές στις χώρες προέλευσης των αγοραστών από το εξωτερικό βρίσκονται σε δυσθεώρητο ύψος. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Άμστερνταμ, την ίδια περίοδο, το μέσο κόστος αγοράς διαμορφώθηκε σε 8.385 ευρώ/τ.μ. για ένα τυπικό διαμέρισμα στο κέντρο της πόλης, τιμή που είναι σχεδόν 4 φορές υψηλότερη από της Αθήνας. Στην Μαδρίτη της Ισπανίας, το κόστος αγγίζει τα 4.700 ευρώ/τ.μ. και στο Βερολίνο της Γερμανίας τα 5.000 ευρώ/τ.μ. Στο Παρίσι και το Λονδίνο, η μέση τιμή ανέρχεται σε 9.430 και 9.540 ευρώ/τ.μ. αντίστοιχα. Η ακριβότερη πόλη της Ευρώπης είναι η Ζυρίχη, με μέσο κόστος αγοράς τα 17.285 ευρώ/τ.μ., ενώ ακολουθεί το Λουξεμβούργο με 11.332 ευρώ/τ.μ.
Όπως ανέφερε ο κ. Γιώργος Γαβριηλίδης, διευθύνων σύμβουλος και συνιδρυτής της Elxis-At Home in Greece, στο πλαίσιο του φετινού συνεδρίου για την αγορά ακινήτων Prodexpo 2024, «τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια πολύ μεγάλη στροφή των αγοραστών από τις χώρες της Βορείου Ευρώπης, ιδίως την Ολλανδία, το Βέλγιο και τις γερμανόφωνες χώρες, δηλαδή την Γερμανία, την Αυστρία, την Ελβετία και το Λουξεμβούργο, προς την ελληνική αγορά εξοχικής κατοικίας. Η έξοδος της χώρας από την οικονομική κρίση και η επαναφορά της στον “χάρτη” των αγοραστών ακινήτων, έφερε και την συνειδητοποίηση της υποτιμημένης αξίας των ελληνικών εξοχικών, σε σχέση με τα αντίστοιχων προδιαγραφών ακίνητα, π.χ. στην νότια Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία. Σήμερα, μόνο η δική μας εταιρεία έχει λίστα αναμονής 1.000 πιθανών αγοραστών εξοχικής κατοικίας και δεν έχουμε τα διαθέσιμα ακίνητα, καθώς απαιτούνται περισσότερες επενδύσεις για την κατασκευή νεόδμητων κατοικιών».
Αν συνυπολογίσει κανείς και την ποιότητα των ακινήτων που μπορούν να αποκτηθούν στην Ελλάδα, ιδίως σε περιοχές λιγότερο τουριστικές, αλλά εξίσου γραφικές και όμορφες, τότε είναι εύκολο να κατανοηθεί το γιατί οι ξένοι αγοραστές είναι πλέον πολλοί περισσότεροι από τα διαθέσιμα ακίνητα.
Στην Ελλάδα, η μέση τιμή πώλησης ενός νεόδμητου εξοχικού κινείται πέριξ των 300.000 – 350.000 ευρώ, κάτι που την καθιστά ιδανική για τους Ευρωπαίους επενδυτές, κάτι που έχει αρχίσει να γίνεται πλέον αντιληπτό από όλο και μεγαλύτερη μάζα υποψήφιων αγοραστών.
«Υπάρχει πολύ μεγάλη αξία στα εξοχικά της Ελλάδας, καθώς με ένα χαμηλό ποσό, συγκριτικά με άλλες αγορές, μπορεί κανείς να αποκτήσει ένα σπίτι, κοντά στην θάλασσα, ή με θέα σε αυτήν, με πισίνα και όλες τις ανέσεις», σημειώνει ο κ. Γαβριηλίδης. Συμπληρώνει δε ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις που βασίζονται σε σχετικές έρευνες, τη στιγμή αυτή υπάρχει ένας αριθμός περίπου 3 εκατομμυρίων πολιτών από την Δυτική Ευρώπη, που σκέφτεται να επενδύσει ένα κεφάλαιο περίπου 300.000 – 350.000 ευρώ.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο κ. Γαβριηλίδης στην φετινή Prodexpo, το αγοραστικό κοινό χωρίζεται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη αφορά κυρίως ανθρώπους 50-60 ετών, που επιθυμούν μια κατοικία και για ίδια χρήση, αλλά και για εκμετάλλευση και η δεύτερη αφορά πλέον και πιο νέους αγοραστές, ηλικίας 35-45 ετών, κυρίως από την Ολλανδία και το Βέλγιο, που επιθυμούν και την μεταπώληση σε σύντομο χρονικό διάστημα.
«Αρκετοί αγοραστές κλείνουν το εξοχικό ήδη από τα σχέδια, κάτι που τους εξασφαλίζει και 15% χαμηλότερη τιμή. Κάποιοι εξ αυτών, εκμεταλλεύονται την αύξηση που μεσολαβεί και ήδη δύο-τρία χρόνια μετά προχωρούν στην μεταπώληση, κεφαλαιοποιώντας σημαντικές υπεραξίες», τόνισε ο κ. Γαβριηλίδης. Tο 80% των πελατών της Elxis ενδιαφέρονται για εξοχικά από 270.000 έως 380.000 ευρώ, τη στιγμή που στο κέντρο του Άμστερνταμ, 280.000 ευρώ αγοράζουν μία θέση στάθμευσης.