Οικονομία

Το πραγματικό κόστος της “χαοτικής” τουριστικής ανάπτυξης

Στις 3 Ιουλίου τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από το αρμόδιο υπουργείο το «Νέο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό» (ΕΧΠ Τουρισμού) και η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ).

Πριν την εκπόνηση του Χωροταξικού του Τουρισμού θα έπρεπε να είχε συνταχθεί το αναπτυξιακό του τουρισμού, σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο (τουλάχιστον για περιοχές υψηλής συγκέντρωσης) που θα περιλάμβανε αποτύπωση της δραστηριότητας, των αποτελεσμάτων και των επιπτώσεις στη χώρα και στους επιμέρους προορισμούς. Επομένως, χωρίς να υπάρχει απάντηση στα ερωτήματα «τι τουρισμό και τι ανάπτυξη έχουμε;» αλλά και «τι τουρισμό με τι ανάπτυξη θέλουμε;», είναι ανακόλουθο να ξεκινά η συζήτηση για το ΕΧΠ Τουρισμού.

Κάτι τέτοιο δεν υπάρχει, σκόπιμα. Όπως δεν υπάρχει Εθνικό Παρατηρητήριο Τουρισμού ούτε Δορυφόρος Λογαριασμός Τουρισμού που έχουν ακόμη και χώρες σαν το Μεξικό. Αντίθετα κυκλοφορούν «εκθέσεις» των ιδίων των ενδιαφερόμενων (ΣΕΤΕ, ΞΕΕ, ΕΝΩΣΗ ΕΦΟΠΛΙΣΤΩΝ ΚΡΟΥΑΖΙΕΡΑΣ) που αποτυπώνουν απλά τις επιθυμίες τους και προωθούν τα συμφέροντά τους. Εκθέσεις που εστιάζουν κυρίως στο πόσοι έρχονται στη χώρα, ποσά χρήματα φέρνει ο τουρισμός και πόση απασχόληση δημιουργεί. Αυτοί προωθούν τα δικά τους συμφέροντα και καλά κάνουν. Ποιος όμως θα ασχοληθεί με το δημόσιο συμφέρον, τι συμφέρει τη χώρα;

Το μόνο σχέδιο για το μέλλον του τουρισμού -χωρίς τεκμηρίωση της σημερινής κατάστασης και εκτίμηση του τι θα συμβεί στο μέλλον- είναι και πάλι του ΣΕΤΕ, ενώ το Υπουργείο Τουρισμού, χωρίς στρατηγικό σχέδιο προχωρά σε νομοθετήματα και επιχορηγήσεις ( όχι τίποτα σημαντικό σε ότι αφορά στους πόρους που το ίδιο διαθέτει και χειρίζεται) χωρίς μπούσουλα.

Σχετικό Άρθρο

Explainer Podcast

Πάσχει η Ελλάδα από υπερτουρισμό;

Υπερτουρισμός και προβλήματα

Οι αναφορές περί υπερτουρισμού στη χώρα μας από επιστήμονες αλλά και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, απλά αγνοούνται όταν δεν λοιδορούνται από «ειδικούς». Υπερτουρισμός είναι η αντίληψη που δημιουργείται στους κατοίκους ότι ο τουρισμός επηρεάζει αρνητικά τη ποιότητα της ζωής τους είτε από την «τουριστικοποίση» του τόπου στον οποίον ζουν, δηλαδή των αλλαγή των χρήσεων σε καταστήματα και κατοικίες που δεν ικανοποιούν πλέον τις ανάγκες τους αλλά τις ανάγκες των επισκεπτών, είτε από τον υπερβολικό συνωστισμό που υποβαθμίζει τη καθημερινότητα τους με διάφορους τρόπους (θόρυβο, κυκλοφοριακό, κατάληψη δημόσιων χώρων, υπερφόρτωση υπηρεσιών κλπ) είτε και τα δύο. Υπερτουρισμό μπορεί να αισθάνονται και οι επισκέπτες και αναφέρεται στη υποβάθμιση της εμπειρίας που προκύπτει είτε από τον πολύ συνωστισμό, είτε από την αλλοίωση του προορισμού που έχει χάσει τα χαρακτηριστικά με τα οποία τον γνώρισαν ή για τα οποία είχε γίνει γνωστός.

Οι «αρνητές» του υπερτουρισμού, τουλάχιστον στην Ελλάδα, υποστηρίζουν ότι το φαινόμενο αυτό συμβαίνει για σύντομο χρονικό διάστημα, στη κορύφωση της τουριστικής περιόδου, που κυμαίνεται από ένα μέχρι τρεις-τέσσερεις μήνες και ότι την υπόλοιπη περίοδο οι προορισμοί είναι «άδειοι», δεν υπάρχει ζωή. Δηλαδή βγάζουν έναν μέσο όρο μεταξύ υψηλής και χαμηλής πίεσης, μεταξύ του “είναι αδύνατη η ζωή” και “δεν υπάρχει ζωή”, λέγοντας ότι όλα έχουν καλά. Είναι μια ιδιαίτερη «γνωμάτευση» που τους επιτρέπει να ισχυριστούν ότι οι προορισμοί μπορούν να αντέξουν ακόμη μεγαλύτερη πίεση που φέρνει η δημιουργία και νέων κλινών (επαγγελματικών και ιδιωτικών) και επομένως προτείνουν μέσω των χωροταξικών σχεδίων συνέχιση της δόμησης ακόμη και σε περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί ως «κορεσμένες».

Όπως αγνοούνται και οι απόψεις για τη χαμηλή επίδραση του τουρισμού στην υπόλοιπη οικονομία λόγω υψηλών διαρροών που συνεχώς αυξάνονται λόγω εισαγωγών προϊόντων αγροδιατροφής, εξοπλισμού, εργατικών χεριών και επενδύσεων.

Σε ότι αφορά στη γρήγορη επέκταση των ιδιωτικών μισθώσεων κανείς δεν θυμάται πλέον τις δηλώσεις οικονομικών ιθυνοντων της ΝΔ όπως ο κ. Αλογοσκούφης που έλεγαν πόσοι αλλοδαποί θέλουν να διαχειμάζουν στην Ελλάδα. Τώρα όλοι αυτοί νοικιάζουν και νόμιμα πλέον αφού το 2014 νομιμοποίησαν τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, χωρίς τα χρήματα να μένουν στη χώρα. Τώρα τρέχουν να βρουν λύσεις στα προβλήματα που δημιουργήθηκαν και δεν φτάνουν.

Σε ότι αφορά στην απασχόληση και στην έλλειψη 80 χιλ εργαζόμενων, η ευθύνη είναι των εργαζομένων που δεν επιθυμούν πλέον να δουλέψουν σε συνθήκες γαλέρας για 3-5 μήνες ( τόση είναι η διάρκεια της τουριστικής περιόδου στους περισσότερους προορισμούς) και μετά…ας κάνουν ότι μπορούν. Έτσι βρέθηκε η λύσει να εισάγουμε φτηνούς ανεκπαίδευτους εργαζόμενους από χώρες της Ασίας, όπως κάναμε τα προηγούμενα χρόνια με τους ανατολικοευρωπαίους. Με αυτόν τον τρόπο προφανώς επιτυγχάνεται και ο στόχος της ποιοτικής αναβάθμισης των υπηρεσιών που είναι κυρίαρχο ζητούμενο.

Τελευταίο επιχείρημα ήταν ότι φέρνει χρήμα ο τουρισμός. Και αυτό κατέπεσε τον Ιούλιο που μας πέρασε όπως ανακοίνωσε η Τράπεζα της Ελλάδας όπου καταγράφηκε μείωση εισπράξεων παρά την αύξηση των αφίξεων. Και όλοι κάνουν ότι δεν βλέπουν ότι εδώ και είκοσι χρόνια που η Τράπεζα της Ελλάδας παρέχει στατιστικά δεδομένα, η ημερήσια δαπάνη σε σταθερές (αποπληθωρισμένες) τιμές μειώνεται παρά τη ταχύτατη αύξηση των κλινών πολυτελείας.

Και κανείς βέβαια δεν αναρωτήθηκε ποιο είναι μέχρι σήμερα το κρυφό κόστος (οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό) για να επιτευχθούν όλα αυτά. Ποια είναι η απόσβεση των υποδομών που λειτουργούν μόνο λίγους μήνες, ποιο το κόστος για πρόσθετες υποδομές, ποιο το κόστος από την υποβάθμιση του τοπίου και των πόρων, ποιο το κόστος από την υποβάθμιση της καθημερινότητας.

Και γιατί παρ’ όλα αυτά το Χωροταξικό επιμένει στη τουριστική μεγέθυνση χωρίς όρια; Γιατί χρειάζονται σύνθετα καταλύματα, ΕΣΧΑΣΕ…. που αλλοιώνουν εκτός από το τοπίο και τη φύση του ελληνικού τουρισμού, της μικρής κλίμακας, της εμπλοκής με τη κοινωνία, δηλαδή τον τουρισμό για τον οποίο μας προτίμησαν τόσες γενιές επισκεπτών;

Που είναι το σχέδιο για ουσιαστικές μεταβολές στο προσφερόμενο τουριστικό προϊόν που να αξιοποιεί και όχι απλά να χρησιμοποιεί και να καταναλώνει το ξεχωριστό ελληνικό τοπίο, το πολιτισμό -υλικό και άυλο – τη παραγωγική μας παράδοση παράγοντες υπηρεσίες υψηλής ποιότητας και υψηλής προστιθέμενης αξίας χρησιμοποιώντας εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό; Γιατί δεν σχεδιάζουμε με βάση την ανάδειξη της τοπικής ταυτότητας ώστε να μπορούμε να προσφέρουμε διαφορετικές, μοναδικές εμπειρίες στους επισκέπτες μας, διατηρώντας ταυτόχρονα τους τόπους μας για τους οποίους είμαστε περήφανοι;

Που είναι το σχέδιο για τη βιώσιμη μετάβαση του τουριστικού προϊόντος όταν βλέπουμε να σώζεται το νερό στα νησιά για να γεμίζουν οι πισίνες, να δημιουργούνται κυκλοφοριακά προβλήματα σαν αυτά των μεγάλων πόλεων αντί να έχουν υιοθετηθεί ήπιοι τρόποι βιώσιμης κινητικότητας, να αυξάνονται οι ανάγκες σε ενέργεια, να γεμίζουν οι προορισμοί από σκουπίδια κάθε μορφής;

Το Ειδικό Χωροταξικό Σχέδιο δεν δίνει καμία απάντηση στις ερωτήσεις αυτές, απομακρύνοντας την Ελλάδα από το μονοπάτι του βιώσιμου τουρισμού σε μια βιώσιμη χώρα.

*Ο Γιάννης Σπιλάνης είναι Καθηγητής, Τμήμα Περιβάλλοντος – Πανεπιστήμιο Αιγαίου

Διευθυντής Εργαστηρίου Τοπικής & Νησιωτικής Ανάπτυξης (llid.aegean.gr)

Διευθυντής Παρατηρητηρίου Βιώσιμου Τουρισμού Αιγαίου (tourismobservatory-n.ba.aegean.gr)

To Top